Η χώρα έχει ήδη εισέλθει σε μια παρατεταμένη προεκλογική περίοδο, με κύρια γνωρίσματα την απουσία της μεγάλης εικόνας, την επιβολή της μικροπολιτικής, τον πολιτικό ετεροπροσδιορισμό, την αποφυγή του πολιτικού κόστους και την παρακμιακή τακτική αναμονής της φθοράς του αντιπάλου.
Η στρατηγική της κυβέρνησης να διαχειρίζεται επιδερμικά την πραγματικότητα με γνώμονα τις δημοσκοπήσεις έχει προσδώσει στην έννοια των έκτακτων κρίσεων τη μορφή μιας διαρκούς κανονικότητας. Το δημόσιο χρέος αυξάνεται και πάλι με τους ρυθμούς που μας οδήγησαν στη χρεοκοπία. Το αφήγημα της ισχυρής ανάπτυξης αντικαταστάθηκε με μία ψευδαίσθηση ότι όλα πάνε καλά και λεφτά υπάρχουν. Η κοινή γνώμη προσαρμόστηκε στο άκουσμα των θανάτων από την πανδημία, παρότι είναι τριπλάσιοι από τα θύματα της τουρκικής εισβολής στην Κύπρο και ξεπέρασαν τον αριθμό των πεσόντων στο Αλβανικό Έπος. Από τη στιγμή που έγινε αντιληπτό ότι τα κριτήρια για την αντιμετώπιση της πανδημίας είναι πολιτικά και όχι επιδημιολογικά, κάθε έννοια κοινωνικής συνείδησης έχει απολεσθεί. Ο σώζων εαυτόν σωθήτω. Το έτος εορτασμού των 200 ετών από την Ελληνική Επανάσταση κοντεύει να ολοκληρωθεί, αφήνοντας μηδενική κληρονομιά για τις γενιές του μέλλοντος. Ούτε ένα συμβολικό έργο. Η αδυναμία της αξιωματικής αντιπολίτευσης να διαμορφώσει ένα εναλλακτικό όραμα για το μέλλον ενισχύει την κυβερνητική αλαζονεία, που εδράζεται σε πήλινα πόδια. Αντί να κυβερνά, η κυβέρνηση αυτοσυγκρίνεται με την προηγούμενη. Η διάχυτη αίσθηση που επικρατεί είναι ότι η χώρα βαδίζει, για άλλη μια φορά, σε λάθος κατεύθυνση.
Μέρα με τη μέρα, οι πλούσιοι και οι ισχυροί, με την ανοχή των θεσμών που έχουν διαβρωθεί, οδηγούν τον πλανήτη σε μία μη αναστρέψιμη καταστροφή. Αυτό που δεν έχουμε ακόμα συνειδητοποιήσει είναι ότι η Γη θα συνεχίσει, με τον έναν ή τον άλλον τρόπο, να υπάρχει. Η φύση, που προσφέρει στον άνθρωπο τη δυνατότητα να ζει, κινδυνεύει να καταστραφεί. Εμείς χρειαζόμαστε τη Γη.
Σε αυτόν τον κόσμο που δεν έχει άλλη εναλλακτική επιλογή από μία μεγάλη αλλαγή, ο κόσμος θέλει να αλλάξει και δεν μπορεί. Το σύστημα ισορροπεί σε ένα κενό πολιτικής ταυτότητας. Όχι μόνο στην Ελλάδα, διεθνώς. Παρότι η ιστορία δεν τελείωσε, όπως προέβλεπαν οι θεωρητικοί του καπιταλισμού μετά την πτώση των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού, η νέα σελίδα της δεν έχει ακόμα ανοίξει. Τα κυρίαρχα συστήματα εξουσίας εμποδίζουν με κάθε τρόπο το νέο να γεννηθεί.
Στο μουντό σκηνικό των πολιτικών αποχρώσεων του γκρί, τίποτα δεν προδίκαζε ότι οι εσωκομματικές εκλογές του ΚΙΝΑΛ θα μπορούσαν να ξεφύγουν από το γενικευμένο κλίμα απάθειας και αδιαφορίας. Η οικειοθελής απόσυρση του ΠΑΣΟΚ στα συρτάρια της Χαριλάου Τρικούπη προσέφερε τη δυνατότητα στη ΝΔ να κυβερνάει με τα στελέχη του και στον ΣΥΡΙΖΑ να φλερτάρει με τις αξίες και τα ιδανικά του. Η δεξιά δεν είναι πια δεξιά, η αριστερά δεν είναι αριστερά και το κέντρο χάθηκε. Μαζί του και η λογική. Η κοινωνία έμαθε να μην ελπίζει.
Η αδιανόητη απώλεια της Φώφης Γεννηματά ξύπνησε, σαν κληρονομιά στη μνήμη της, τα αισθητήρια της συλλογικής συναισθηματικής νοημοσύνης των ψηφοφόρων της μεγάλης δημοκρατικής παράταξης. Η υποψηφιότητα του Γιώργου Παπανδρέου προσέδωσε στην εκλογική αναμέτρηση τον παλμό των παλαιότερων εποχών. Η ξεκάθαρη θέση του Ανδρέα Λοβέρδου για το ιστορικό όνομα και τον ήλιο του ΠΑΣΟΚ επανέφερε τη χαμένη ταυτότητά του.
Προφανώς, το ΚΙΝΑΛ δεν έχει κανένα λόγο να υπάρχει. Χωρίς υπεκφυγές και μισόλογα.
Η μισή σχεδόν Ελλάδα αισθάνεται ΠΑΣΟΚ. Δεν έγινε ποτέ, ούτε ΚΙΝΑΛ ούτε ΚΙΔΗΣΟ.
Διακύβευμα αυτών των εκλογών είναι η αναγέννηση του ΠΑΣΟΚ. Γιατί μόνο το ΠΑΣΟΚ μπορεί να αλλάξει το πολιτικό σκηνικό. Το ζητούμενο είναι να επιλεγεί αυτός που μπορεί να σταθεί ως πρόεδρός του. Αυτό είναι το μέτρο σύγκρισης των υποψηφίων. Τίποτα λιγότερο δεν είναι αρκετό. Σε αυτήν την ψηφοφορία δεν εκλέγεται ο αρχηγός του ΚΙΝΑΛ. Ο πήχης είναι ακόμα ψηλότερα. Εκλέγεται ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ.
Ο Δημήτρης Τζιώτης (www.dimitristziotis.org) είναι Σύμβουλος Στρατηγικής και συγγραφέας. Το νέο του βιβλίο έχει τίτλο «Η Φαντασία στην Εξουσία».
Πηγή: News247