Ποιος διεκδικεί το Ζάππειο;

0 Shares
0
0
0
0

Ένα από τα διασημότερα τοπόσημα της Αθήνας, κληρονομιά του επιχειρηματία και εθνικού ευεργέτη Ευαγγέλη Ζάππα, αποτελεί σήμερα το μήλο μιας άγνωστης έριδας, στην οποίαν εμπλέκονται πρόσωπα από την πολιτική και επιχειρηματική ζωή του τόπου.

Το νεοκλασικό κτίριο του Δανού αρχιτέκτονα Θεόφιλου Χάνσεν, που έχτισε τα σημαντικότερα τοπόσημα της Αθήνας κατά τον 19ο αιώνα, ήταν πάντα συνυφασμένο με τη σύγχρονη ιστορία του τόπου. Συνεδριακό και εκθεσιακό κέντρο, διαχρονικός πόλος έλξης περιηγητών, νέων και απερχομένων πρωθυπουργών και προέδρων κομμάτων, αποτελεί σήμερα το αντικείμενο μιας “αθόρυβης” δικαστικής διεκδίκησης, η οποία έμεινε μακριά από τη δημοσιότητα καθώς απ’ ό,τι φαίνεται καμία εκ των αντιμαχόμενων πλευρών δεν “καιγόταν” να γίνει γνωστή.

Μια ιδιωτική εμπορική εταιρεία ζητά τα τελευταία 15 χρόνια να της παραχωρήσει η πολιτεία με μακροχρόνιο μίσθωμα το Ζάππειο, ώστε να δημιουργήσει στους χώρους του ένα μουσείο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Βασικό επιχείρημά τους είναι ότι με τη χρήση που γίνεται σήμερα στο Ζάππειο αλλοιώνεται η βούληση του Ευαγγέλη Ζάππα, ο οποίος, σύμφωνα με την ερμηνεία της εταιρείας, επιθυμούσε το κτίριο να χρησιμοποιηθεί για σκοπούς που σχετίζονται με τους Ολυμπιακούς Αγώνες. Το ελληνικό δημόσιο αρνείται, στηριζόμενο σε βαριά νομικά επιχειρήματα, παρόλα αυτά η εταιρεία και ο πρόεδρός της κατέφυγαν πριν λίγο καιρό στα δικαστήρια.

Η αθόρυβη διεκδίκηση του Ζαππείου

Πρόκειται για την εταιρεία marketing Cleverbank Σύμβουλοι Επικοινωνίας ΑΕ, η οποία προσέφυγε με την ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας προς το Εφετείο Αθηνών, με την αρωγή της Διεθνούς Ολυμπιακής Ακαδημίας αλλά και της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής. Βασική θέση της Cleverbank είναι η αμφισβήτηση του τρόπου με τον οποίο διαχειρίζεται εδώ και ενάμιση αιώνα τα χρήματα της διαθήκης του Ζάππα η Επιτροπή Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων, η οποία εποπτεύεται από το Υπουργείο Οικονομικών. Πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας που προσέφυγε στη δικαιοσύνη είναι ο επικοινωνιολόγος Δημήτρης Τζιώτης. Είναι ο άνθρωπος πίσω από την πιο διάσημη και συναισθηματικά φορτισμένη φράση των τελευταίων χρόνων, το σύνθημα «Πρώτη φορά Αριστερά», που αποδίδεται σε αυτόν, από την εποχή που ακόμη διατηρούσε σχέσεις στρατηγικού συμβούλου του ΣΥΡΙΖΑ.

Προερχόμενος από εύπορη οικογένεια, πολιτικός επιστήμονας με σπουδές στο πανεπιστήμιο Tufts της Βοστόνης, ο Δημήτρης Τζιώτης ανέλαβε μόλις στα 26 του τη θέση του Διευθυντή Στρατηγικού Σχεδιασμού και Επικοινωνίας στην Επιτροπή Διεκδίκησης των Ολυμπιακών Αγώνων Αθήνα 2004. Το 2002 διατέλεσε σύμβουλος επικοινωνίας για τη διαχείριση του προγράμματος εισιτηρίων της Οργανωτικής Επιτροπής Ολυμπιακών Αγώνων. Το 2006 τέθηκε επικεφαλής δημοτικού συνδυασμού και διεκδίκησε χωρίς επιτυχία τη δημαρχία της Βουλιαγμένης, με αντίπαλο τον επί σειρά ετών δήμαρχο της πόλης, Γρηγόρη Κασιδόκωστα. Έναν χρόνο αργότερα έθεσε υποψηφιότητα για την προεδρία του ΠΑΣΟΚ κόντρα στον Γιώργο Παπανδρέου (με τον οποίο είχε καλές σχέσεις) και τον Ευάγγελο Βενιζέλο. Λίγο πριν τις κάλπες, απέσυρε την υποψηφιότητά του.

Στην αίτησή της προς το δικαστήριο η Cleverbank επιχειρεί να τεκμηριώσει πως έχει έννομο συμφέρον με μια σύμβαση που συνήψε το 2003 με την International Spirit Development Organisation SA, σύμφωνα με την οποία της έχουν χορηγηθεί αποκλειστικά δικαιώματα χρήσης Ολυμπιακών υλικών, λογοτύπων και σημάτων καθώς και δικαιώματα οργάνωσης του Κέντρου Ολυμπιακού Πνεύματος στην Αθήνα. Παράλληλα, η εταιρεία του Τζιώτη σύναψε σύμβαση το 2011 με τη Διεθνή Ολυμπιακή Ακαδημία με σκοπό «τη διαμόρφωση οιασδήποτε μορφής συνεργιών για δραστηριότητες δυνάμενες να αποφέρουν οικονομικό όφελος στη ΔΟΑ». Η Διεθνής Ολυμπιακή Ακαδημία είναι νομικό πρόσωπο ιδιωτικού δικαίου εποπτευόμενο από τη Διεθνή Ολυμπιακή Επιτροπή, την Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή και το Υπουργείο Πολιτισμού. Πρόεδρος της ΔΟΑ είναι ο επιχειρηματίας Ισίδωρος Κούβελος, σύζυγος της Ντόρας Μπακογιάννη. Πρόεδρος της Ελληνικής Ολυμπιακής Επιτροπής από το 2009 είναι ο παλιός Ολυμπιονίκης, Σπύρος Καπράλος.

«Η πρόταση για δημιουργία Ολυμπιακού Μουσείου είναι μια εξαιρετική ιδέα που δεν στήριξε καμία από τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Πρέπει να ξεπεράσουμε τις προκαταλήψεις, αυτό το μουσείο λείπει από τη χώρα. Εξάλλου η διαθήκη του Ζάππα δεν λέει πουθενά να γίνονται μόνο εκθέσεις προϊόντων, έργων τέχνης, δημοπρασίες και πολιτικές εκδηλώσεις. Στηρίζουμε τις προτάσεις της Cleverbank και του κυρίου Τζιώτη», λέει στο inside story ο νομικός σύμβουλος της Διεθνούς Ολυμπιακής Ακαδημίας (ΔΟΑ) Διονύσης Γάγγας, προσθέτοντας πως η πρόταση της Cleverbank βρίσκει απολύτως σύμφωνες την ΔΟΑ και την ΕΟΕ (Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή) και γι’ αυτό θα κάνουν παρέμβαση υπέρ της στο δικαστήριο.

Ρωτώ τον κ. Γάγγα γιατί δεν συνυπογράφει η Διεθνής Ολυμπιακή Ακαδημία την αίτηση προς το Εφετείο. «Δεν έχουμε εμείς αυτήν την δυνατότητα. Ο κ. Τζιώτης λειτουργούσε ως σύμβουλος marketing της ΔΟΑ επί τρία χρόνια, ο ίδιος ασχολείται καιρό με το συγκεκριμένο πρότζεκτ, έχει δώσει χρήματα, έχει κάνει μελέτες και θεωρεί ότι έχει διαφυγόντα κέρδη», μας απαντά. Στο δικόγραφο, μάλιστα, ο Τζιώτης ισχυρίζεται πως στοιχειοθετούνται «ποινικές και αστικές ευθύνες» για την Επιτροπή Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων, επειδή δεν εκτελούν τη διαθήκη όπως πρέπει.

Είναι προφανές πως η υπόθεση, εκτός από τις όποιες ιδεολογικές αποχρώσεις, έχει κυρίως οικονομικές προεκτάσεις. Το Ζάππειο με την προνομιακή του θέση στον άξονα Ακρόπολης-Παναθηναϊκού Σταδίου παραμένει ένα από τα καλύτερα φιλέτα του κέντρου της Αθήνας.

«Δεν το κάνω όλο αυτό για προσωπικούς λόγους, το θεωρώ υποχρέωσή μου ως Έλληνας πολίτης. Η υπόθεση του Ζαππείου για μένα συνοψίζει την ουσία της κακοδαιμονίας του νεοελληνικού Κράτους», δηλώνει στο inside story ο Δημήτρης Τζιώτης, προσθέτοντας πως κατά τη γνώμη του «δεν ζήτησε ποτέ ο εθνικός ευεργέτης να λέγεται το κτίριο Ζάππειο. Είναι λάθος. Ήθελε να γίνονται εκεί Ολυμπιακοί Αγώνες. Δεν επιτελείται ο σκοπός της διαθήκης, οι υποδομές του Ζαππείου παραμένουν αναξιοποίητες παρότι η ΔΟΑ έχει κάνει δέκα αιτήματα προς την Επιτροπή, χωρίς αποτέλεσμα μέχρι σήμερα».

Το Ολυμπιακό Μουσείο που έμεινε στα χαρτιά

Η υποβολή προτάσεων για τη δημιουργία ενός Ολυμπιακού θεματικού χώρου ξεκίνησε από την Cleverbank το 2001. Η πρότασή τους αρχικά απορρίφθηκε και επανήλθαν με νέες επιστολές, τόσο το 2003 όσο και μετά τους Αγώνες, το 2005. Την τρίτη φορά ζητούσαν την παραχώρηση 7 αιθουσών του Ζαππείου για 10 χρόνια με σκοπό τη δημιουργία Ολυμπιακού Μουσείου. Κι αυτή όμως απορρίφθηκε καθώς τότε υπήρχαν πολλές ανειλημμένες και ανελαστικές υποχρεώσεις παραχώρησης χώρων του Ζαππείου. Επιπλέον, βάσει του ισχύοντος νομικού πλαισίου δεν επιτρεπόταν η εκμίσθωση/παραχώρηση των αιθουσών του Μεγάρου σε ιδιωτική εταιρεία με πολυετή μίσθωση και μάλιστα χωρίς διαγωνισμό.

Το 2005 είναι ακόμα η εποχή της επίπλαστης ευφορίας, του φθηνού χρήματος, της εθνικής (ενίοτε και εθνικιστικής) ανάτασης, των ανύπαρκτων σχεδίων αξιοποίησης των Ολυμπιακών έργων. Στις 15 Δεκεμβρίου το Υπουργείο Πολιτισμού –επί Φάνης Πετραλιά– προκηρύσσει διαγωνισμό για τη δημιουργία «Μουσείου Ελληνικών Ολυμπιακών Αγώνων» στο Διεθνές Κέντρο Ραδιοτηλεόρασης (IBC) στο Μαρούσι. Ο προϋπολογισμός ανέρχεται στο ποσό των 49 εκατομμυρίων ευρώ, με χρονοδιάγραμμα αποπεράτωσης του έργου τον Νοέμβριο του 2009. Τον Ιούνιο του 2010 η ανάδοχος εταιρεία σταματά κάθε εργασία επικαλούμενη προβλήματα στη ροή χρηματοδότησης.

Τελικά, το ελληνικό δημόσιο κατέβαλε δίχως κανένα αποτέλεσμα 20,8 εκατομμύρια ευρώ, το μουσείο παρέμεινε φάντασμα, το IBC έγινε Golden Hall, πέρασε στο ΤΑΙΠΕΔ κι από εκεί στη Lamda Development, συμφερόντων Λάτση.

Την περίοδο 2010-2011, ο Δημήτρης Τζιώτης, διατηρώντας ακόμα εξαιρετικές σχέσεις με το ΠΑΣΟΚ του Γιώργου Παπανδρέου, συναντάται αρκετές φορές με τον –αρμόδιο για το Ζάππειο– υπουργό Οικονομικών Ευάγγελο Βενιζέλο και μέλη του ΔΣ του κληροδοτήματος. Σε αυτές τις συναντήσεις παρόντες είναι επίσης ο Ισίδωρος Κούβελος, ο Σπύρος Καπράλος, ο νομικός εκπρόσωπος της ΔΟΑ Διονύσης Γάγγας  και μέλη του Invest in Greece, που είχαν εκφράσει ενδιαφέρον για την επένδυση.

«Το σχέδιο δεν προχώρησε, υπήρχε φόβος από το υπουργείο Οικονομικών ότι μπορεί να κατηγορηθεί ότι λειτουργεί με φαβοριτισμό προς έναν συγκεκριμένο οργανισμό», θυμάται ο Δ. Γάγγας προσθέτοντας πως «ούτε η Επιτροπή Ολυμπίων ήταν θετική, καθώς η πλειοψηφία των μελών του ΔΣ σκεφτόταν το γράμμα του νόμου. Φοβούνταν πως θα χαθούν τα έσοδά τους από τις εκθέσεις προϊόντων κ.λπ. Θυμάμαι χαρακτηριστικά τον Ισίδωρο Κούβελο να σηκώνει τα χέρια ψηλά και να τους λέει “εντάξει τι να σας πω, αφού δεν θέλετε το Ολυμπιακό Μουσείο, προβάλλετε τώρα τα ελληνικά καρπούζια!”».

Οι συζητήσεις συνεχίστηκαν τα επόμενα χρόνια με ολοένα χαμηλότερες προσδοκίες, όταν πια «στο τέλος του 2014 το πολιτικό και οικονομικό κλίμα ήταν τέτοιο, που η πρότασή μας δε μπορούσε καν να συζητηθεί», όπως θυμάται ο Δ. Γάγγας.

Ποιο ήταν όμως το επιχειρηματικό σχέδιο για τη δημιουργία του Ολυμπιακού Μουσείου; Σύμφωνα με στοιχεία που υπάρχουν στο δικόγραφο, απαιτούνται 2.446 τ.μ. (7 αίθουσες) από τα 7.500 τ.μ. του Ζαππείου για 20 καταρχήν χρόνια. Προβλέπονται αίθουσες για τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην αρχαιότητα, για τους σύγχρονους Αγώνες της περιόδου 1896-2012, για τους Ολυμπιακούς της Αθήνας το 2004, για τα παγκόσμια Ολυμπιακά Ιδανικά αλλά και ένας χώρος που θα φιλοξενεί τα Αναμνηστικά των Ολυμπιακών Αγώνων. Εκτός από το μουσείο, προτείνεται από την Cleverbank και η ανά τετραετία διοργάνωση των Ολυμπίων με τη μορφή αθλητικών αγώνων!

Η γνώμη του πρώην προέδρου της Επιτροπής Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων

Το inside story ζήτησε τη γνώμη του Ιωάννη Δομάγερ, που ήταν επί οκτώ χρόνια (2004-2012) πρόεδρος του ΔΣ του κληροδοτήματος. «Η αρχική τους πρόταση ήταν να πάρουν όλο το Ζάππειο, επί ενοικίου βέβαια, γιατί το Ζάππειο δεν έχει πόρους δικούς του, συντηρείται μόνον από την ενοικίαση χώρων, δεν επιχορηγείται και πληρώνει 25% φόρο στο δημόσιο. Ο ευεργέτης έφτιαξε το Ζάππειο προκειμένου εκεί να γίνονται Ολυμπιακοί Αγώνες, να γίνονται τα Ολύμπια και εκδηλώσεις πνευματικού περιεχομένου. Αν μετατρεπόταν το Ζάππειο εξ ολοκλήρου σε μουσείο θα έχανε πλέον την αρχική του ουσία επί της διαθήκης», εξηγεί ο κ. Δομάγερ.

Μετά από αυτό, η πλευρά της Cleverbank και της ΔΟΑ επανήλθε με νέα πρόταση, που περιλάμβανε τη μίσθωση μέρους μόνο του Ζαππείου, ώστε να δημιουργηθεί σε μερικές αίθουσες το Ολυμπιακό Μουσείο. Ο Ι. Δομάγερ, ως πρόεδρος του Ζαππείου τότε, συμφώνησε. «Αυτό εμένα με είχε βρει καταρχήν σύμφωνο, γιατί θα ήταν και μια μόνιμη πηγή εσόδων για το Ζάππειο και βεβαίως θα απέμενε κι ένα υπόλοιπο μέρος προκειμένου να γίνονται οι εκδηλώσεις αυτές οι οποίες προβλέπονται. Δυστυχώς η ιδέα δεν ευδοκίμησε στα υπόλοιπα μέλη του Συμβουλίου, διότι επικράτησε η άποψη ότι είναι εντελώς αντίθετο με τη διαθήκη του Ζάππα. Φοβόντουσαν ότι το Ζάππειο θα μετατραπεί σε έναν νεκρό, μουσειακό χώρο και εν πάση περιπτώσει οι περισσότεροι πελάτες ζητούν ολόκληρο το Ζάππειο κι όχι μόνο το περιστύλιο, οπότε έλεγαν ότι θα αποκλείαμε πολλούς πελάτες με αποτέλεσμα να μειωθούν τα έσοδα».

Μια υπόθεση με νομικά και οικονομικά εμπόδια

Είναι δεδομένο πως ο νόμος απαγορεύει τη μακροχρόνια μίσθωση του Ζαππείου, αυτό που ζητά δηλαδή η πλευρά της Cleverbank και της ΔΟΑ. «Είναι αδιανόητο να σου λένε ότι δεν μπορείς να το νοικιάσεις για 15 ή 20 χρόνια. Επιτρέπεται η Ελλάδα, η χώρα που γέννησε τους Αγώνες, να μην έχει Μουσείο Ολυμπιακών Αγώνων;» αναρωτιέται ο Δ. Τζιώτης.

Και οι εργαζόμενοι στο Ζάππειο αντιδρούν στην πρόταση για μουσείο. «Δεν γίνεται εύκολα αντιληπτό, πώς ακριβώς θα θεραπευθεί καλύτερα η βούληση του διαθέτη Ζάππα με τον αποκλεισμό όλων των υπολοίπων δράσεων, προς τον σκοπό της αποκλειστικής και μακροχρόνιας στέγασης μιας εμπορικής επιχείρησης στο Ζάππειο Μέγαρο, στο οποίο έχουν λάβει χώρα πολλά από τα σημαντικότερα γεγονότα της ελληνικής σύγχρονης ιστορίας», τονίζει ο νομικός σύμβουλος του συλλόγου εργαζομένων του Ζαππείου, δικηγόρος Νίκος Ιωάννου.

«Βεβαίως υπήρχαν κι άλλα προβλήματα νομικά», υπογραμμίζει ο Ι. Δομάγερ. «Ο νόμος λέει ότι το ενοίκιο προκαταβάλλεται, αυτοί (σ.σ. Cleverbank, ΔΟΑ) δεν ήταν σε θέση να προκαταβάλουν το ενοίκιο δέκα ετών. Θα ήταν τεράστιο το ποσό», όπως λέει. Πράγματι, βάσει νόμου το ενοίκιο καθορίζεται στα 15.000 ευρώ την ημέρα.

Ακόμα κι αν υπήρχε όμως τρόπος να παρακαμφθούν τα συγκεκριμένα νομικά θέματα, ένα ακόμα σημαντικό ερώτημα είναι το ποιος θα χρηματοδοτούσε τη δημιουργία του Ολυμπιακού Μουσείου, που βάσει της μελέτης κοστίζει περίπου 15 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με όσα είχαν συζητηθεί την περίοδο 2010-2012, ο μεγάλος χορηγός του Ολυμπιακού Μουσείου θα ήταν ο ΟΠΑΠ, που εκείνη την περίοδο ήταν ακόμα κρατικός. Τον Φεβρουάριο του 2011 σε συνάντηση στα γραφεία της ΟΠΑΠ ΑΕ μεταξύ του τότε προέδρου και διευθύνοντος συμβούλου Γιάννη Σπανουδάκη (διευθύνων σύμβουλος και των Ολυμπιακών του 2004), του Τζιώτη και του Δομάγερ, συμφωνήθηκε επί της αρχής η δυνατότητα χρηματοδότησης από την πλευρά του ΟΠΑΠ για τη δημιουργία του μουσείου. «Ήμασταν θετικοί τότε γιατί το Ζάππειο ως έχει παραμένει επί της ουσίας ανεκμετάλλευτο, ενώ θα μπορούσε να αποφέρει τεράστια έσοδα», επισημαίνει στο Inside story o Γιάννης Σπανουδάκης. Στο δικόγραφο η Cleverbank υποστηρίζει πως βάσει της ιδρυτικής διακήρυξης του κρατικού οργανισμού το 1957, η ΟΠΑΠ ΑΕ οφείλει να ενισχύει οικονομικά την Επιτροπή Ολυμπιακών Αγώνων και ως εκ τούτου και τη ΔΟΕ και την ΕΟΕ. Το καλοκαίρι του 2013, επί κυβέρνησης Αντώνη Σαμαρά, η ΟΠΑΠ ΑΕ περνάει από το δημόσιο στα χέρια της Emma Delta.

Παρόλα αυτά, ο Τζιώτης επιμένει ακόμα και σήμερα στον σχεδιασμό του: «Για μένα ήταν κομβικό να μην ιδιωτικοποιηθεί ο ΟΠΑΠ, αλλά και τώρα είμαι σίγουρος ότι μπορούν να βρεθούν οι ιδιωτικές χορηγίες ώστε να καλυφθεί το κόστος για το μουσείο».

Οι προσδοκίες της Διεθνούς Ολυμπιακής Ακαδημίας

«Δεν σας κρύβω ότι και για τη Διεθνή Ολυμπιακή Ακαδημία το Ολυμπιακό Μουσείο στο Ζάππειο θα έχει σημαντικό οικονομικό όφελος, αφού υπολογίζουμε ότι θα κάλυπτε πάνω από το 50% του ετήσιου προϋπολογισμού μας σε μια πολύ δύσκολη οικονομικά περίοδο, στην οποίαν η κρατική επιχορήγηση για μας είναι σχεδόν ανύπαρκτη», λέει ο νομικός σύμβουλος της ΔΟΑ, Δ. Γάγγας. Γιατί έφτασε να έχει όμως η Διεθνής Ολυμπιακή Ακαδημία τόση ανάγκη τα χρήματα από το Ζάππειο;

Το 2008 το Κράτος περιόρισε την επιχορήγηση στην Ελληνική Ολυμπιακή Επιτροπή και δημιουργήθηκε πρόβλημα με τα έξοδα συντήρησης ενός χώρου στην Αρχαία Ολυμπία που της ανήκε. Με πρόταση του Ισίδωρου Κούβελου το 2009, ο χώρος παραχωρήθηκε στη Διεθνή Ολυμπιακή Ακαδημία, η οποία ανέλαβε όλο το κόστος λειτουργίας των εκεί εγκαταστάσεων. «Το κράτος δεν μας έδινε, ούτε μας δίνει λεφτά. Ο μοναδικός χορηγός της Διεθνούς Ολυμπιακής Ακαδημίας είναι η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή, η οποία καλύπτει τα μισά μας έξοδα. Για το χρονικό διάστημα 2010-2012 σημαντικό μέρος των εξόδων μας καλυπτόταν από τον ΟΠΑΠ, αλλά κι αυτό πλέον (μετά την ιδιωτικοποίηση) κόπηκε. Με προσωπικές πρωτοβουλίες του προέδρου της ΔΟΑ, για τα έτη 2013 και 2014 υπήρξε επιχορήγηση της τάξης των 500.000 ευρώ ετησίως κατευθείαν από το Αζερμπαϊτζάν. Κι αυτή η χορηγία σταμάτησε το 2015», εξηγεί ο Δ. Γάγγας εκ μέρους της ΔΟΑ, που επιδιώκει εναγωνίως ισοσκελισμένους προϋπολογισμούς.

Η οικονομική διαχείριση του Ζαππείου

Τον Απρίλιο του 2013, ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης Α. Μανιτάκης πρότεινε με εγκύκλιό του την κατάργηση του εθνικού κληροδοτήματος του Ζαππείου. Αφού εκφράστηκαν φόβοι για πιθανή ιδιωτικοποίηση, ο τότε υπουργός Στουρνάρας υποστήριξε πως είναι αντίθετη στο Σύνταγμα η κατάργηση του κληροδοτήματος. «Η μόνη δυνατότητα διαφοροποίησης από τη βούληση του διαθέτη δίνεται με την παρ. 2 του άρθρου 109, σύμφωνα με την οποία κατ’ εξαίρεση επιτρέπεται η επωφελέστερη αξιοποίηση ή διάθεση, για τον ίδιο ή άλλο κοινωφελή σκοπό, εκείνου που καταλείφθηκε ή δωρήθηκε, στην περιοχή που καθόρισε ο δωρητής ή ο διαθέτης ή στην ευρύτερή της περιφέρεια, όταν βεβαιωθεί με δικαστική απόφαση ότι η θέληση του διαθέτη ή του δωρητή δεν μπορεί να πραγματοποιηθεί, για οποιονδήποτε λόγο, καθόλου ή κατά το μεγαλύτερο μέρος του περιεχομένου της, καθώς και αν μπορεί να ικανοποιηθεί πληρέστερα με τη μεταβολή της εκμετάλλευσης, όπως ο νόμος ορίζει», είχε πει ο Γ. Στουρνάρας. Η συγκεκριμένη προσεκτική δήλωση από τη μια πλευρά έκλεισε το δρόμο για την ιδιωτικοποίηση του Ζαππείου, ταυτόχρονα όμως προσέφερε κάποια επιχειρήματα για τη δικαστική διεκδίκηση.

Στο δικόγραφο της υπόθεσης ο Τζιώτης αναφέρεται στις παθογένειες της δημόσιας διοίκησης ως προς τα εθνικά κληροδοτήματα και ισχυρίζεται πως με βάση τα στοιχεία που διαθέτει από παλαιότερους ισολογισμούς, «η Επιτροπή Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων αντιμετωπίζει παγιωθέν πλέον ετήσιο έλλειμμα ανερχόμενο σε τουλάχιστον 500.000 ευρώ ετησίως». Τα στοιχεία που παρουσιάζει η πλευρά Τζιώτη φτάνουν μέχρι το οικονομικό έτος 2012. Ο πρώην πρόεδρος του ΔΣ του Ζαππείου, Ι. Δομάγερ, αναφέρει πως το Ζάππειο επί της εποχής του δεν αντιμετώπιζε ελλείμματα, αν και από το 2012 είχε διαφανεί μια αναμενόμενη τάση πτώσης των εσόδων λόγω της κρίσης.

«Είχαμε καταφέρει ύστερα από πολλές προσπάθειες να σκεπάσουμε το περιστύλιο του Ζαππείου με μια κινητή τέντα κι έτσι μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και σε εποχές που ο καιρός δεν το επέτρεπε. Σήμερα δεν υπάρχει αυτή η δυνατότητα πλέον. Είναι και θέμα μάνατζμεντ, πώς θα το πλασάρεις στην αγορά. Εμείς είχαμε βάλει το Ζάππειο στα ιστορικά εκθεσιακά κέντρα της Ευρώπης (πρέπει να έχει ιστορία τουλάχιστον 100 ετών για να μπει σε αυτή τη λίστα) και αυτά μας έφερναν αρκετές προσόδους. Τώρα δεν ανήκει στα ιστορικά κέντρα», μας πληροφορεί ο Ι. Δομάγερ.

Ζητήσαμε τις απόψεις της σημερινής διοίκησης του κληροδοτήματος που διορίστηκε πριν λίγους μόλις μήνες από το Υπουργείο Οικονομικών και του προέδρου του συλλόγου των εργαζομένων για το σύνολο της υπόθεσης, με επανειλημμένα τηλεφωνήματα και γραπτή αίτηση, χωρίς να λάβουμε ουσιαστική απάντηση. Μας ειπώθηκε πως δεν υπάρχει εξουσιοδότηση από το ΔΣ για να γίνει κάποια δημόσια τοποθέτηση. Επιπλέον, το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους, που θα εκπροσωπήσει το Ζάππειο στο δικαστήριο, δεν επιτρέπει τη δημοσιοποίηση στοιχείων.

«Να δημοσιευτούν οι ισολογισμοί του Ζαππείου ώστε να διαπιστώσουμε τα πραγματικά έσοδα-έξοδα και γενικά τα οικονομικά αυτού του φορέα», αντιτείνει ο Τζιώτης.

«Είναι αλήθεια ότι το Ζάππειο και η Επιτροπή Ολυμπίων και Κληροδοτημάτων ουδέποτε, εδώ και ενάμιση αιώνα, έχουν λάβει έστω και ένα ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό, αλλά αντιθέτως, με την πρωτοφανή για τα ελληνικά δεδομένα χρηστή διαχείριση, διαφυλάττουν ως κόρην οφθαλμού και επαυξάνουν την περιουσία του Ζάππα», λέει ο δικηγόρος Νίκος Ιωάννου που εκπροσωπεί τους εργαζόμενους του Ζαππείου, που δεν επιθυμούν αλλαγή του καθεστώτος.

Ποια θα ήταν όμως τα κέρδη του Ολυμπιακού Μουσείου αν αυτό τελικά φτιαχνόταν; Είναι αδύνατον να προβλεφθούν με ακρίβεια, σύμφωνα όμως με το επιχειρηματικό σχέδιο που έχει καταθέσει η Cleverbank, τα ετήσια καθαρά κέρδη του Ολυμπιακού Μουσείου προσεγγίζουν το ποσό των 1.993.206 ευρώ (τα ετήσια έσοδα εκτιμώνται σε 11.530.000 ευρώ, τα άμεσα κόστη προσωπικού και λειτουργικά έξοδα σε 5.082.674 ευρώ και αφαιρουμένων των Ολυμπιακών δικαιωμάτων και λοιπών δικαιωμάτων, όπως εισιτήρια, προβλέπονται περίπου 2 εκατομμύρια ευρώ καθαρά έσοδα ετησίως).

Ανεξάρτητα από την όποια μεγιστοποίηση της ανταποδοτικότητας του Ζαππείου, τι ήθελε όμως στα αλήθεια ο ίδιος Ζάππας; Τις απαντήσεις θα τις δώσει ο ίδιος –έστω και 151 χρόνια μετά από τον θάνατό του.

Το πνεύμα της διαθήκης του Ζάππα

Η διαθήκη του Ευαγγέλη Ζάππα συντάχθηκε το 1860, πέντε χρόνια πριν από τον θάνατό του. Στην αρχή του κειμένου, που δημοσιεύτηκε στο φύλλο της Εφημερίδας της Κυβερνήσεως της 31ης  Αυγούστου 1865, περιγράφεται αναλυτικά η αμύθητη για την εποχή κινητή και ακίνητη περιουσία του εθνικού ευεργέτη, η οποία δημιουργήθηκε κυρίως στη Ρουμανία την περίοδο 1830-1860:

«Ο υποφαινόμενος σήμερον εις τα εξήντα έτη, με σώας τας φρένας, και καθ’όλα υγιής, γράφω ιδιοχείρως με την παρούσα ημών διαθήκη και λέγω ότι όλη η περιουσία μου, κινητή και ακίνητη ούσα, [κτήματα, ακίνητα σε Ελλάδα και Ρουμανία, δάση, μύλους, ξενοδοχείο στο Βουκουρέστι και μετοχές της ατμοπλοϊκής εταιρείας] μετά το θάνατό μου τα αφήνω να τα νέμεται ο εξάδελφός μου Κωνσταντίνος Χρ. Ζάππας. Ο τελευταίος υποχρεούται να κτίση το κατάστημα των Ολυμπίων (σ.σ. το μετέπειτα Ζάππειο) μετά του σταδίου αυτού αξιοπρεπές και ευρύχωρο κατά σχέδιο που έχω στείλει του Ραγκαβή». Στην πέμπτη παράγραφο της διαθήκης ο Ζάππας γράφει: «Μετά τον θάνατο του Κωνσταντίνου όλα αυτά τα χαρτιά, ομολογίας, χάρτας, και λοιπά της αγοράς αυτών να τα λάβη η εν Αθήναις Επιτροπή των κληροδοτημάτων, ήτις υποχρεούται δια παντός να τα μεταχειρισθή ως ακολούθως: Εν πρώτοις να φροντίσει δια την τετραετήν έκθεσιν των Ολυμπίων, όπως συναχθή και αποπερατωθή καθ’ όλα εν τάξει και ησυχία, απονέμουσα και τα βραβεία δικαίως». Στη συνέχεια ζητά να δημιουργηθεί το Ολυμπιακό Λαχείο, διεξαγόμενο στα πλαίσια των Ολυμπίων και ικανό να αποφέρει εισόδημα για τη συνδρομή της διεξαγωγής των Αγώνων. Επιπλέον, ο διαθέτης χαρακτηρίζει «αμετάβλητον υποχρέωσιν» η Επιτροπή του κληροδοτήματος να επενδύει τα χρήματα που θα περισσεύουν ώστε να προκύπτει εισόδημα, «όπου οψέποτε φανή τις Έλλην πράττων ή φέρων μέγα κατόρθωμα υπέρ της κοινής Ελληνικής πατρίδος το οποίον να επιδοκιμασθή παρ’ όλου του Έθνους και Κυβερνήσεως, τότε εξ όλου του εισοδήματος της τετραετούς πανηγύρεως των Ολυμπίων να αφαιρεθούν μόνο τα έξοδα της τετραετούς εκθέσεως και με τα επιπλέον η Επιτροπή να φτιάση ένα χρυσούν στέφανον για να στέψη τον ήρωα τούτον εν μέσω της γενικής συναθροίσεως προς τιμήν αυτού και δόξαν του Έθνους ολοκλήρου…»

«Αν δούμε το γράμμα της διαθήκης τότε ναι, αντιβαίνει η πρόταση της Cleverbank για το μουσείο στις προθέσεις του διαθέτη. Από την άλλη μεριά, αν ήταν για ένα μέρος μόνο του Ζαππείου, νομίζω ότι εξυπηρετούνται οι σκοποί της διαθήκης», υποστηρίζει ο Ι. Δομάγερ.

«Θεωρώ ότι έχει επιλεγεί μια ολισθηρή και αδιέξοδη νομική ατραπός, διότι στην πραγματικότητα γίνεται προσπάθεια υπαγωγής ενός –πιθανόν κατά τα άλλα ορθού– business plan και μιας απαγορευμένης μακροχρόνιας μίσθωσης του Ζαππείου στις διατάξεις περί ερμηνείας της βούλησης και τροποποίησης της διαθήκης. Και είμαι της ισχυράς πεποιθήσεως ότι αυτό θα διαφανεί και στο δικαστήριο», δηλώνει ο νομικός σύμβουλος του συλλόγου εργαζομένων, Νίκος Ιωάννου.

Η πλευρά Cleverbank-Διεθνούς Ολυμπιακής Ακαδημίας διατείνεται πως δεν ήθελε σε καμία περίπτωση να φτάσει η υπόθεση στα δικαστήρια. Αντίθετα το θέμα, όπως λέει ο Τζιώτης, «έπρεπε να λυθεί με συνεννόηση τόσο με την Επιτροπή του Ζαππείου όσο και μέσω του αρμόδιου Υπουργείου Οικονομικών». Πλέον το Εφετείο Αθηνών είναι αυτό που θα αποφασίσει αν υλοποιείται στην πραγματικότητα ο σκοπός του διαθέτη και κατ’ επέκταση αν το σπουδαίο αυτό κτίριο θα αλλάξει χρήση και διαχειριστές.

Το δικαστήριο, μετά από δύο αναβολές, αναμένεται να πραγματοποιηθεί τον Νοέμβριο του 2016.

Πηγή: Inside Story

0 Shares
Μπορεί, επίσης, να σας ενδιαφέρουν...