CIAO
Κασιδόκωστας – Τζιώτης
Οι στρατηγικές, οι απόψεις, το lifestyle, αλλά και τα μικρά μυστικά των δύο υποψηφίων…
ΜΟΝΟΜΑΧΙΑ ΣΤΟ EL VOULIAGMENI
Όσο πλησιάζει ο καιρός για τις δημοτικές εκλογές, τόσο ανεβαίνουν οι τόνοι της αντιπαράθεσης ανάμεσα στους μεγάλους μονομάχους του κάθε δήμου. Εκεί όμως που πραγματικά εκτυλίσσεται μια ανελέητη μάχη είναι στον Δήμο Βουλιαγμένης. Μέχρι να ορίσουν οι κάτοικοι της περιοχής ποιον θέλουν για τοπικό τους άρχοντα, τον αιώνιο δήμαρχο Γρηγόρη Κασιδόκωστα ή το ‘new entry’ Δημήτρη Τζιώτη. Οι δυο τους σκοπεύουν να μονομαχήσουν μέχρι τελικής πτώσεως.
Ήρθε επιτέλους η στιγμή να σταθούν ο ένας απέναντι από τον άλλον και να ριχτούν στη μάχη της διεκδίκησης της δημαρχίας ενός αγαπημένου και για τους δύο τόπου. Της Βουλιαγμένης.
Πεδίο αντιπαράθεσής τους είναι η Λίμνη της Βουλιαγμένης που για την ανάπλασή της ο Δημήτρης Τζιώτης έχει ήδη καταθέσει σχέδια και μακέτες. Από την πλευρά του όμως ο Γρηγόρης Κασιδόκωστας υποστηρίζει πως πολλές από τις αλλαγές που θέλει να κάνει ο wannabe δήμαρχος Δημήτρης Τζιώτης είναι αντισυνταγματικές και μη εφαρμόσιμες. Φυσικά, δεν μένει μόνο στο να αντικρούσει τα μεγαλεπήβολα σχέδια του αντιπάλου του αλλά οραματίζεται και εκείνος τη σωστή, όπως τονίζει, ανάπλαση της Λίμνης όπου μεγάλωσε.
Ένα άλλο σημαντικό σημείο της αντιπαράθεσης των δύο ανδρών έχει να κάνει με τις μπάρες που έχουν μπει στον δρόμο που οδηγεί στην μοναδική ελεύθερη παραλία του δήμου. Ο Τζιώτης επιμένει πως αυτές οι μπάρες πρέπει να πέσουν ώστε να είναι ελεύθερη η πρόσβαση στο κοινό Είναι γεγονός ότι πριν από τρία χρόνια, όταν ο Γρηγόρης Κασιδόκωστας τοποθέτησε μπάρες στο δρόμο που οδηγούσε στη μοναδική ελεύθερη παραλία της Βουλιαγμένης, κάποιοι παραξενεύτηκαν. Το ίδιο συνέβη και όταν διέταξε τα μέλη του συγκροτήματος Magic De Spell να κατέβουν από τη σκηνή, κατά τη διάρκεια συναυλίας τους, επειδή κατά την άποψή του ο ήχος τους ήταν πολύ σκληρός για την περιοχή. Όπως αποδείχτηκε, όμως ήξερε τι έκανε. Ήθελε να δώσει μία πιο πριβέ διάσταση στις παραλίες του δήμου του και φυσικά η έμμεση απάντηση στον Τζιώτη αλλά και σε όλους τους επικριτές του είναι η ατάκα που επαναλαμβάνει συχνά ο ίδιος «Έτσι εμπόδισα τη Βουλιαγμένη να γίνει Γλυφάδα, «, λέει και ξαναλέει, θυμίζοντας σε όλους ότι διοικεί το πιο ακριβό κομμάτι γης στην Ευρώπη. Δεν μπορεί άλλωστε να μην του αναγνωρίζει κάποιος πως κατάφερε να μετατρέψει τον δήμο σε έναν από τους πιο ακριβούς της Ευρώπης που χαρακτηρίζεται από υψηλή και καλή ποιότητα ζωής και κατοικείται από ευκατάστατους δημότες. Ο Γρηγόρης Κασιδόκωστας έχει ένα ακόμη όραμα. Να δημιουργήσει στον αγαπημένο του τόπο μια μεγάλη εκκλησία και ένα σχολείο.
Ο πατέρας του χρυσού κληρονόμου της αμύθητης περιουσίας Λάτση, Πάρη Κασιδόκωστα, έχει έναν μεγάλο άσο στο μανίκι! Τι να πει κανείς για τα ποσοστά που έχει φέρει ο ίδιος όσες φορές ήταν υποψήφιος δήμαρχος Βουλιαγμένης; Στις προηγούμενες εκλογές ο Κασιδόκωστας είχε πάρει 62%, ποσοστό ομολογουμένως αξιοζήλευτο σε παγκόσμιο επίπεδο. Διότι μπορεί ο Γρηγόρης Κασιδόκωστας να εκπλήσσει κατά καιρούς την κοινή γνώμη με κινήσεις ή δηλώσεις του, για τους κατοίκους της Βουλιαγμένης όμως είναι εδώ και χρόνια ο απόλυτος δημοτικός τους άρχοντας.
Μέχρι τώρα πάντως, ο Γρηγόρης Κασιδόκωστας έπαιζε σε ένα γήπεδο χωρίς αντίπαλο. Τώρα αυτό αλλάζει, αφού ένα νέο «φρούτο» ονόματι Δημήτρης Τζιώτης εμφανίστηκε από το πουθενά και διεκδικεί τη δημαρχία. Ο 37χρονος αντίπαλος του Γρηγόρη Κασιδόκωστα επιμένει πως το πρώτο πράγμα που χρειάζεται η Βουλιαγμένη είναι ανανέωση, κάτι που υπόσχεται να κάνει ο ίδιος αν τελικά βγει νικητής στην εκλογική μάχη του Οκτωβρίου. Οραματιστής και νέο αίμα του ακριβού προαστίου ή ένα ανερχόμενος celebrity με άλλες προτεραιότητες; Κανείς δεν ξέρει. Αυτό θα το δείξει προφανώς ο χρόνος.
Η ζωή ενός (τοπικού) άρχοντα!
Ο ΓΡΗΓΟΡΗΣ ΚΑΣΙΔΟΚΩΣΤΑΣ έχει τη μαγκιά εκείνου που «τα έχει», αλλά δεν τα βρήκε έτοιμα. Άλλωστε, μένει σε σπίτι «δανεικό», αλλά έχει όλη τη Βουλιαγμένη δική του. Εκεί γεννήθηκε και μεγάλωσε, εκεί ερωτεύτηκε, εκεί μεγάλωσε κι εκείνος τα παιδιά του, με την ίδια απλότητα που τον μεγάλωσε και τον ίδιο η μάνα του.
Οξύμωρα τα πάντα για το δήμαρχο της Βουλιαγμένης, Γρηγόρη Κασιδόκωστα. Με εκπλήξεις πάντα και η ζωή του. Γεννημένος το 1942, τρίτος γιος μιας πολυπληθούς οικογένειας, με πατέρα φύλακα της Λίμνης της Βουλιαγμένης, ο οποίος εγκαταστάθηκε εκεί, ζούσαν όλοι μαζί σε ένα δωμάτιο με μια κουζίνα δίπλα από τη Λίμνη, στα τέλη της δεκαετίας του ’30. Η μητέρα του, η κυρά Σταματίνα, είχε να θρέψει τα στόματα των επτά δικών της αγοριών κι άλλων δύο εξαδέλφων, αγόρια κι εκείνα το σύνολο μαζί με τον πατέρα, έντεκα νοματαίους. Δύσκολες εποχές, με τη μάνα να τα καταφέρνει με περισσή σοφία και να πληρώνει με δόσεις τα κοστουμάκια που τους έραβε. Όχι εννιά ή επτά, αλλά τρία, που τα άλλαζαν μεταξύ τους όλοι. Από μικρός, είχε μέσα του το επιχειρηματικό δαιμόνιο: Ανέβαινε με έναν παιδικό του φίλο, πέντε χρονών έκαστος, πάνω από τη Λίμνη όπου έκανε βολές τότε ο στρατός και μάζευε τους κάλυκες σε ένα σακούλι. Την επόμενη τους πουλούσε για μολύβι. Αυτά ήταν τα πρώτα του χρήματα κατευθείαν για την οικογένεια, που σκέψεις και που να βρεθεί κιόλας κάποιο παιχνίδι; Μπάλα έπαιζε στα χώματα της Βουλιαγμένης, που τι ήταν εκείνη την εποχή; Ένα ψαροχώρι που κανείς δεν του έδινε σημασία. Με τα γράμματα δεν τα πήγε καλά. Στην Τρίτη γυμνασίου σταματάει το σχολείο για να δουλέψει, αλλάζοντας πολλές δουλειές: Από συνεργείο αυτοκινήτων, εργοστάσιο με σουμιέδες, μέχρι που όταν απολύθηκε του καρφώθηκε η ιδέα να ασχοληθεί με τη θάλασσα και τα σκάφη. Βλέποντας τις θρυλικές θαλαμηγούς του Ωνάση και του Νιάρχου, τη «Χριστίνα» και την «Κρεολή», να αράζουν στο λιμάνι της Βουλιαγμένης, εκείνο που τον εντυπωσίαζε δεν ήταν τα θεόρατα σκαριά αλλά τα κρις κραφτ που ήταν δεμένα δίπλα τους. Η συγκυρία τον έφερε να γίνει δάσκαλος του σκι, οπότε με ορμητήριο την παραλία του Αστέρα, που τότε άρχιζε να ακμάζει ξεκίνησε τον προσωπικό του μύθο. Έναν μύθο που τον έκανε δημοφιλή στα κορίτσια, στις επώνυμες και διάσημες που άρχισαν να έρχονται σε κύματα στην πλαζ, ενώ μπήκε «στον καλό κόσμο» καθώς μάθαινε σκι στα παιδιά όλων των μεγάλων ονομάτων της αθηναϊκής κοινωνίας της εποχής. Κάπως έτσι γνώρισε και τον πρώτο μεγάλο – και καταλυτικό για την εξέλιξη της ζωής του – έρωτα: Τη Μαριάννα Λάτση. Εκείνη ήταν μόλις 17 χρόνων όταν τον συνάντησε στον Αστέρα. Ηλιοκαμένος, με ξανθό ανάκατο μαλλί, υπερ-γυμνασμένος (ο αθλητισμός ήταν ανέκαθεν στο αίμα του, ενώ είχε φτιάξει με τα αδέλφια του ακόμα και ολόκληρη ομάδα πόλο!), με εμφάνιση που παρέπεμπε στον σταρ του Χόλιγουντ Στιβ Μακ Κουίν και μεγάλη άνεση στην επικοινωνία, δεν χρειάστηκε πολύ για να τη γοητεύσει. Στις 8 Αυγούστου του 1979, περίπου δέκα χρόνια από την πρώτη τους συνάντηση, γεννήθηκε ο γιος τους, Πάρης, ο οποίος είναι η μεγάλη αδυναμία και των δύο γονιών του. Το ερωτευμένο ζευγάρι παντρεύεται στη Γενεύη, τρία χρόνια αργότερα, αλλά η σχέση του άρχισε να φθίνει με τον καιρό, για να επέλθει ο οριστικός χωρισμός το 1987. Λίγα χρόνια μετά, ο Γρηγόρης Κασιδόκωστας γνωρίζει τη κατοπινή δεύτερη σύζυγό του, Ράνια Κορομηλά, με την οποία αποκτά τον δεύτερο γιο του, τον 11χρονο σήμερα, Αλέξανδρο. Όσο για τη θέση του δημάρχου που την κατέχει εδώ και είκοσι ολόκληρα χρόνια, κερδίζοντας πάντα με άνεση τις εκλογές; Το έχει βάλει πείσμα να φύγει αφού πρώτα ολοκληρώσει δύο -τρία μεγάλα έργα στον δήμο που μέχρι πρόσφατα δεν του «κάθονταν»: Μια μεγάλη εκκλησία, ένα σχολείο και βέβαια τη σωστή ανάπλαση της Λίμνης όπου άλλωστε γεννήθηκε και μεγάλωσε.
Απλός και προσιτός
Ποιο είναι, όμως, το παρόν; Πως ζει σήμερα ο Γρηγόρης Κασιδόκωστας, ποιες οι συνήθειές του και ποια η καθημερινότητά του;
Όσο και αν ακούγεται παράξενο κι απίστευτο, ο δήμαρχος Βουλιαγμένης ζει «φιλοξενούμενος» στο σπίτι του γιου του, Πάρη, το οποίο είχε χτίσει ο μπάρμπα – Γιάννης Λάτσης και το κληροδότησε στον εγγονό του, παραχωρώντας το για να μένει εκεί και ο Γρηγόρης Κασιδόκωστας. Πρόκειται για ένα εντυπωσιακό κτίσμα, που βρίσκεται σε μια από τις καλύτερες περιοχές της Βουλιαγμένης, σχεδόν δίπλα και δεξιά από την παραλία του Αστέρα. Ο δρόμος είναι κι αυτός άκρως ιδιωτικός, καθώς τριγύρω υπάρχουν μόνο τεράστιες βίλες με εξίσου εντυπωσιακές περιφράξεις. Με ένα πρόχειρο υπολογισμό, καθώς το real estate της περιοχής θεωρείται το πιο ακριβό στον κόσμο (αφήνοντας πίσω του μακράν διάσημες περιοχές, όπως η Κυανή Ακτή, το Μπέβερλι Χιλς και φυσικά το Μανχάταν), η αξία της γης και το κτίσμα της βίλας του Πάρη ξεπερνούν τα 40.000.000 ευρώ! Το σπίτι είναι διακοσμημένο με ακριβό γούστο, με βαρύτιμα έπιπλα και έργα Τέχνης που κόβουν την ανάσα, όπως άλλωστε την ανάσα κόβει και η θέα από τον κήπο: Όλος ο κόλπος του Αστέρα είναι μπροστά του!
Ωστόσο, ο Γρηγόρης Κασιδόκωστας παραμένει ιδιαίτερα απλός: Τις περισσότερες φορές οδηγεί ένα υπηρεσιακό (και καθόλου πολυτελές) αυτοκίνητο, στο γκαράζ του σπιτιού δεν θα βρεις Porsche, ούτε βέβαια κυκλοφορεί με στόλο από σωματοφύλακες., παρά το γεγονός ότι όχι μία, ούτε δύο φορές έχει κινδυνέψει η ζωή του επειδή κάποιοι τον είχαν βάλει στόχο. Η γκαρνταρόμπα του αποτελείται από τα άκρως απαραίτητα. Ως αθλητικός τύπος, προτιμά το σπορ ντύσιμο, δεν αποχωρίζεται τα αθλητικά του παπούτσια ακόμα κι αν έχει κάποια πιο επίσημη συνάντηση, ενώ σπάνια θα τον δεις με κοστούμι. Τρώει ελαφρά, γι’ αυτό και έχει διατηρήσει τη φόρμα του σχεδόν ακμαία ακόμη και σήμερα στα 64 χρόνια του, γυμνάζεται καθημερινά στο γυμναστήριο που διαθέτει στο σπίτι και φυσικά είναι συνεχώς μέσα στη θάλασσα, χειμώνα – καλοκαίρι. Τα καλοκαίρια, μάλιστα, συνηθίζει να περιφέρεται ανάμεσα στους θαμώνες της πλαζ του Αστέρα και να ακούει τι σχόλια κάνουν για την περιοχή. Με το μονίμως ανάκατο μαλλί του και το «clochard look» στιλ του, λίγοι τον παίρνουν είδηση! Τα πρωϊνά του είναι αφιερωμένα στον δήμο, με τα τηλέφωνα ακόμη και όταν δεν είναι στο γραφείο του να χτυπούν συνεχώς και εκείνον να μανατζάρει ταυτόχρονα όλα τα ζητήματα, με αξιοζήλευτη ταχύτητα και αποτελεσματικότητα. Όταν βρίσκεται στην Ελλάδα ο Πάρης όπως αυτές τις ημέρες, φροντίζει να κρατάει όσες περισσότερες ελεύθερες στιγμές, μπορεί προκειμένου να τις περνούν μαζί. Του έχει παθολογική αγάπη – όπως άλλωστε και στον μικρότερο γιο του, τον Αλέξανδρο – είναι υπερήφανος για τις επιλογές που έχει κάνει μέχρι τώρα, αν και μόλις 27 χρόνων και μιλούν με τις ώρες, για όλα τα ζητήματα όπως για παράδειγμα πέρσι για την Πάρις, με την οποία ο Πάρης είχε καταφθάσει στην Ελλάδα για διακοπές!
Γνωρίζοντας τη Βουλιαγμένη με κλειστά μάτια, κινείται γύρω από την περιοχή στις εξόδους του, προτιμώντας συνήθως ένα καλό εστιατόριο, αν και μπορεί να τον δεις ακόμα και στις καρέκλες του Ζάχου να τρώει σουβλάκι. Σπάνια διατροφική παρασπονδία, αλλά αν πρόκειται για φιλική παρέα, την κάνει! Κοινωνική ζωή δεν έχει με την έννοια ότι η καθημερινή του ζωή κινείται σε αυτούς τους χώρους και μπορεί να συναντηθεί με πολλούς «επώνυμους» μέσα σε ένα εικοσιτετράωρο, πράγμα που το αντιμετωπίζει εντυπωσιακά νορμάλ. Άλλωστε, με γνωριμίες στην «καλή κοινωνία» από τότε που ήταν παλικαράκι στον Αστέρα, του φαίνεται ανόητο να κολακεύεται από τις συναναστροφές αυτές. Πολιτικές γνωριμίες δεν έχει, πλην από τις παλιές, καλές, όπως αυτή με τον Ανδρέα Παπανδρέου και τον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Οι περισσότερες παρέες αποτελούνται από παλιούς φίλους, με τους οποίους μπορείς να πεις και παλιές ιστορίες, αλλά να ρίξεις και κάνα γαλλικό μπινελάκι.
Ο bon viveur υποψήφιος με τις ακριβές συνήθειες
ΤΟ ΞΑΝΘΟ ΑΓΟΡΙ με τα καταπράσινα μάτια, που ήρθε στον κόσμο το Δεκέμβριο το ’69, φαινόταν από μικρός πως έχει κληρονομήσει όχι μόνο τα εξωτερικά χαρακτηριστικά της μητέρας του Μόνικας, η οποία ήταν αυστριακής καταγωγής, αλλά και τα βορειοευρωπαϊκά οργανωτικά της γονίδια. Ο πρωτότοκος γιος του επιχειρηματία Λευτέρη Τζιώτη, ο Δημήτρης, έζησε τα πρώτα του παιδικά χρόνια στα πέριξ της πλατείας Κολωνακίου. Η πρώτη βόλτα που θυμάται να έκανε με τον πατέρα του (επί 25 χρόνια μέλος του Δ.Σ. του Παναθηναϊκού), ήταν στο γήπεδο της Λεωφόρου, για να πάρει το «βάπτισμα» και να γίνει στη συνέχεια και ο ίδιος φανατικός υποστηρικτής της ομάδας του «τριφυλλιού» μαζί με τα άλλα τρία μικρότερα αδέλφια του, τον Θεόφιλο, τον Νίκο και τον Αλέξανδρο. Από τη βεράντα του σπιτιού του απολάμβανε τη θέα του Λυκαβηττού, λάτρευε ωστόσο τα νότια προάστια κι είχε βάλει στόχο κάποια στιγμή να ζήσει στη Βουλιαγμένη. Τα όνειρά του όμως ξεπερνούσαν ακόμα και τη θάλασσα της Βουλιαγμένης καθώς αμέσως μετά το Κολέγιο Αθηνών, το Αμερικανικό Κολέγιο και το τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης Αθηνών όπου φοίτησε, έφτασε στη Βοστώνη και στη σχολή Φλέτσερ, που όπως λέγεται προετοιμάζει ηγέτες με διεθνή προοπτική (The Fletcher School of Law and Diplomacy).
Κολεγιόπαιδο με ηγετικά προσόντα
Στο Κολέγιο Αθηνών ο Δημήτρης ήταν δημοφιλής. Κολλητός με τον Μιλτιάδη Βαρβιτσιώτη και τον Νίκο Καραχάλιο, ήταν ο διάδοχος του Κυριάκου Μητσοτάκη στην προεδρία της μαθητικής κοινότητας το 1987-88. «Ο συμμαθητής Δημήτρης, ο φίλος, ο βάζελος, ο πρόεδρος δέκα χρόνια στο σχολείο, κατάφερε να αγαπήσει και να αγαπηθεί όσο λίγοι, χωρίς εμπάθειες, με κύριο χαρακτηριστικό το χαμόγελο», γράφει ένας συμμαθητής του στο «Θησαυρό» των αποφοίτων του κολεγίου. Οι κολλητοί από εκείνα τα χρόνια, που παραμένουν ακόμη φίλοι, θυμούνται πως ήταν ένα αγόρι με ισχυρή προσωπικότητα, περιζήτητος στις παρέες και αγαπητός με τον τίτλο του προέδρου της μαθητικής κοινότητας καθώς στο βιογραφικό του περιλαμβάνεται και η καταπολέμηση της κομματικοποίησης των μαθητικών εκλογών. «Ήρεμος και ειλικρινής, σε προκαλούσε να στηριχτείς πάνω του, να συνεργαστείς μαζί του ατέλειωτες ώρες, ενώ είχε τη μοναδική ικανότητα και ευαισθησία να σέβεται τα μυστικά του άλλου». Ο Δημήτρης είχε μόνο ένα μειονέκτημα σύμφωνα με κάποιους κολλητούς του: «Άλλαζε αποφάσεις από τη μια στιγμή στην άλλη, ανατρέποντας ιδέες». Ένας άλλος συμφοιτητής του από εκείνα τα χρόνια θυμάται: «Στις ελεύθερες ώρες του καταπιανόταν μόνο με πράγματα που τον ενδιέφεραν, όπως οι πτήσεις με αεροπλάνα και η φιλοσοφία, όπως επίσης και το ποδόσφαιρο, ενασχόληση που του έδωσε θέση στην ομάδα του σχολείου. Από τα εφηβικά του χρόνια, ως πιστός οπαδός του Παναθηναϊκού, ακολουθούσε την ομάδα σε πολλούς αγώνες της στην Ευρώπη». Ο Δημήτρης Τζιώτης είχε αποφασίσει τι θα κάνει στη ζωή του από πολύ νωρίς. «Θέλω να γίνω πολιτικός επιστήμονας» είπε και έγινε. Αφού ολοκλήρωσε τις μεταπτυχιακές του σπουδές με Mid-Career Degree στο Fletcher School of Law and diplomacy και στο Tufts University – Harvard University, διετέλεσε σύμβουλος Στρατηγικής στα υπουργεία Εξωτερικών, Εθνικής Άμυνας, Πολιτισμού, Εσωτερικών, Τουρισμού, Αθλητισμού, Παιδείας, Ανάπτυξης, Μακεδονίας – Θράκης, στο Δήμο Αθηναίων και στο Δήμο Αρχαίας Ολυμπίας αλλά και στη διεκδίκηση και την οργάνωση των Ολυμπιακών Αγώνων. Τώρα όμως φαίνεται πως θέλει να προχωρήσει ένα βήμα πιο πέρα, κατεβαίνοντας ο ίδιος στον στίβο της Τοπικής Αυτοδιοίκησης.
Οι σχέσεις με τη Γιάννα Αγγελοπούλου
Ο αθλητισμός σημάδεψε τη ζωή του Δημήτρη Τζιώτη που μόλις στα 26 του χρόνια ανέλαβε τη θέση του διευθυντή Στρατηγικού Σχεδιασμού και Επικοινωνίας στην Επιτροπή Διεκδίκησης των Ολυμπιακών Αγώνων «Αθήνα 2004». Εκείνη την εποχή υπήρξε στενός συνεργάτης της Γιάννας Αγγελοπούλου, η οποία εκτίμησε τα οργανωτικά προσόντα του δυναμικού νέου με τις λαμπρές σπουδές. Άλλωστε ο Δημήτρης έτρεχε ήδη στο μέλλον. Ο ίδιος ιδρύει την Cleverbank, την πρώτη εταιρεία στην Ελλάδα για τη διαχείριση έργων στρατηγικής. Η φήμη του φτάνει μέχρι την Ιταλία και ο Ρομάνο Πρόντι ζητά να τον κουράρει στις πρόσφατες εκλογές, μαζί με δύο άλλους δικούς του συμβούλους. Το πετυχημένο σλόγκαν του ΕΟΤ «Ζήσε το μύθο σου», είναι δημιούργημα της δικής του εταιρεία;, επί υπουργίας Δημήτρη Αβραμόπουλου. Αυτή την εποχή η εταιρεία έχει αναλάβει ένα άλλο σημαντικό πακέτο, αυτό της ελληνικής Σούπερ Λίγκας, αφού ασχολείται με όλο το κομμάτι της στρατηγικής και της επικοινωνίας. « Η δουλειά μου με συναρπάζει. Το να αναβαθμίσεις για παράδειγμα την αξία του ελληνικού ποδοσφαίρου, είναι μια μεγάλη πρόκληση,. Είναι από τη φύση του συναρπαστικό και ειδικά για έναν άνθρωπο που αγαπά το ποδόσφαιρο», λέει ο ίδιος.
Porsche, βόλτες με το φουσκωτό και Playstation
Ο Δημήτρης Τζιώτης μένει σ’ ένα πανέμορφο σπίτι στη Βουλιαγμένη, πάνω ακριβώς από τη λίμνη που έχει μπροστά του «πιάτο» τον Σαρωνικό Αλλάζει τα γρήγορα αυτοκίνητα σαν τα πουκάμισα, όχι όμως και τις γυναίκες. Δύο μακροχρόνιες σχέσεις έχουν σημαδέψει τη ζωή του και ο πρόσφατος χωρισμός του μπορεί να του στοίχισε, ωστόσο αυτό δεν μείωσε την ενέργεια και το πάθος για την επαγγελματική και προσωπική ανέλιξη. Ζει εργένικα αλλά του αρέσουν οι απολαύσεις και έχει την πολυτέλεια να ενδίδει σ’ αυτές. Στο πάρκινγκ του σπιτιού υπάρχει μια μαύρη Porsche Boxster, με την οποία συνηθίζει να πηγαίνει κάθε πρωί στη δουλειά του. Η Μύκονος είναι το αγαπημένο νησί του μπον βιβέρ επιχειρηματία, ο οποίος συνηθίζει να απολαμβάνει τις βουτιές του στο καλό Λιβάδι και την ηλιοθεραπεία του στην Ψαρρού, ενώ τα βράδια του αρέσει να διασκεδάζει στο sea satin. Ωστόσο, κάθε πρωί, ξεκοκαλίζει όλες τις εφημερίδες, φροντίζοντας να κρατά κάθε φορά και κάποιες σημειώσεις για θέματα που τον αφορούν. Άλλωστε στα σχέδιά του είναι να ολοκληρώσει σύντομα και τη συγγραφή ενός βιβλίου για την πολιτική στην Ελλάδα. Πολύ καλοί του φίλοι, εκτός από τον Γιώργο Λιάγκα ο οποίος και κατεβαίνει μαζύ του στη Διεκδίκηση της Δημαρχίας της Βουλιαγμένης, είναι και ο Γιώργος, ο Χρήστος και ο Ζάχος Αφρουδάκης ( οι πολίστες) αλλά και ο αθλητικός συντάκτης Αντώνης Κατσαρός, με τους οποίους οργανώνει σε τακτά χρονικά διαστήματα πρωταθλήματα play station. Φυσικά οι μάχες μεταξύ τους είναι τουλάχιστον ομηρικές. Ξενυχτούν κάθε φορά σε διαφορετικό σπίτι, πωρώνονται και το απολαμβάνουν σαν μικρά παιδιά.
Από τη Μύκονο με αγάπη
Συναντήσαμε τον Δημήτρη Τζιώτη στη Μύκονο να κάνει τις τελευταίες βουτιές του καλοκαιριού πριν ριχτεί στα βαθιά νερά της Βουλιαγμένης. Η μάχη αναμένεται σκληρή, ωστόσο ο ίδιος είναι αποφασισμένος να ανεβάσει στο κόκκινο την αντιπαράθεση, όπως ανεβάζει στροφές το κοντέρ του ακριβού σπορ αυτοκινήτου του όταν κατηφορίζει τη Λεωφόρο Βουλιαγμένης, φιλοδοξώντας να καταρρίψει το μύρο του ακλόνητου δημάρχου της Βουλιαγμένης Γρηγόρη Κασιδόκωστα. Και έχει επιχείρημα γι’ αυτό: «Στη Βουλιαγμένη, μας δίνεται η ευκαιρία να φέρουμε ένα νέο παράδειγμα. Το ζητούμενο για να κερδίσεις είναι να φέρεις το διαφορετικό. Ένα νέο σχέδιο για το πως μπορεί να λειτουργήσει μία πόλη στον 21ο αιώνα. Το ζητούμενο είναι πως μπορεί μία νέα γενιά ΄που έρχεται, να εκφράσει κάτι διαφορετικό για τον δήμο μας. Εμείς σχεδιάζουμε αυτή την πόλη από την αρχή για να βελτιώσουμε την ποιότητα της ζωής. Πρέπει καλώς ή κακώς να εκσυγχρονίσουμε τη λογική και την αντίληψη για την λειτουργία της. Η Βουλιαγμένη θα έπρεπε να είναι πρότυπο πόλης».
Και ποια είναι η καινοτομία που σκοπεύετε να φέρετε;
«Θέλουμε να γίνει το άνοιγμα της πόλης προς την παραλία. Τα κάγκελα δεν κόβουν μόνο την ελεύθερη πρόσβαση των ανθρώπων προς τη θάλασσα, αλλά τη λειτουργία της πόλης στη θάλασσα. Δεν μπορείς να ζεις στη Βουλιαγμένη και να μη βλέπεις τη θάλασσα. Εμείς θέλουμε να κάνουμε την παραλία Βουλιαγμένης έναν τεράστιο πεζόδρομο. Να μπορούμε να περπατάμε. Να αλλάξουμε τη Λίμνη Βουλιαγμένης η οποία θα έπρεπε να είναι το πιο σύγχρονο υδροθεραπευτήριο στην Ελλάδα. Η λίμνη είναι μνημείο της φύσης. Δεν είναι δυνατόν όμιλοι με τόσες χιλιάδες μέλη, όπως ο Ναυτικός Όμιλος Βουλιαγμένης, να έχουν παραμεληθεί. Οι ομάδες της Βουλιαγμένης να βρίσκονται στην τελευταία κατηγορία, να μην υπάρχουν διοικητικά συμβούλια στους αθλητικούς συλλόγους της πόλης. Θέλω να ξεκαθαρίσω πάντως πως τίποτα προσωπικό δεν θα υπάρχει ούτε από εμάς για τον αντίπαλό μας Γρηγόρη Κασιδόκωστα».
Έχετε κομματική στήριξη;
«Είμαστε ανεξάρτητοι. Αλλά ο κ. Κασιδόκωστας στηρίζεται από τη Ν.Δ. και εμείς από το ΠΑΣΟΚ».
Θα συνεχίσω να κυκλοφορώ με την Porsche
Κυκλοφορείτε με Porsche και γενικότερα το lifestyle σας παραπέμπει σε άνθρωπο που του αρέσει η χλιδή και η πολυτέλεια. Αυτό δεν είναι λίγο προκλητικό; Είστε διατεθειμένος να αλλάξετε τον τρόπο ζωής σας για την πολιτική, αν αυτό σας ζητηθεί;
«Το Life style είναι ο προσωπικός τρόπος ζωής που έχει ο καθένας. Εγώ αισθάνομαι άνετα με τον τρόπο που ζω. Το σημαντικό είναι να τα έχει κατακτήσει αυτά κάποιος πριν ασχοληθεί με την πολιτική. Το περίεργο θα είναι να τα κατακτήσει μετά».
Θα αλλάζατε αυτοκίνητο; Θα κυκλοφορούσατε για παράδειγμα μ’ ένα Fiat για τις ανάγκες της προεκλογικής εκστρατείας;
«Θα κορόιδευα ποιόν; Τον εαυτό μου και τον κόσμο; Δεν προτίθεμαι να το κάνω».
Προεκλογική περίοδος και εσείς βρίσκεστε ακόμη στη Μύκονο; Είστε τόσο σίγουρος για το αποτέλεσμα ή οι ψηφοφόροι σας κάνουν ακόμη διακοπές;
«Κάθε άνθρωπος χρειάζεται ξεκούραση πριν ξεκινήσει δουλειά».
Στο πλευρό του ο Γιώργος Λιάγκας
Με τον Γιώργο Λιάγκα γνωρίστηκαν πριν από έξι χρόνια, όταν ο δημοσιογράφος αποφάσισε να μετακομίσει στα νότια προάστια και αγόρασε σπίτι στην περιοχή της Βουλιαγμένης. Ακριβώς έμενε ο Δημήτρης, με τον οποίο δεν άργησαν να γίνουν αχώριστοι. «Οι δουλειές μας ήταν παράλληλες, εγώ ασχολούμαι με την τηλεόραση και ο Δημήτρης έχει μια από τις μεγαλύτερες εταιρείες επικοινωνίας και στρατηγικής στην Ελλάδα. Από την αρχή που συναντηθήκαμε, δέσαμε. Κάναμε ατέρμονες συζητήσεις μαζί, είχαμε κοινές αναζητήσεις και κοινωνικούς προβληματισμούς και οδηγηθήκαμε να συνταχθούμε μαζί στον αγώνα για να αλλάξουμε προς το καλύτερο τον τόπο στον οποίο μένουμε», λέει ο δημοσιογράφος του STAR. Στο μόνο που τα χαλάνε οι δύο τους είναι στο ποδόσφαιρο καθώς ο Γιώργος Λιάγκας το απεχθάνεται. Όμως οι δυο τους δίνουν μεγάλες μάχες και στο τερέν παίζοντας τένις. Κυκλοφορούν στα νότια προάστια. Γευματίζουν σε καλά εστιατόρια, απολαμβάνουν το ποτό τους σε in στέκια της περιοχής, αλλά ο Δημήτρης αποφεύγει τα μπουζούκια. Είναι πιο κλασικός τύπος, λένε οι φίλοι του. Ελάχιστες φορές τον έχει πείσει η παρέα του να την ακολουθήσει σε άγρια ξενύχτια, αλλά όταν το αποφασίσει, του δίνει κα καταλαβαίνει. Πολλές φορές, Δημήτρης και Γιώργος πηγαίνουν μαζί να κολυμπήσουν στην παραλία του ξενοδοχείου Αστέρα ή πετάγονται με το φουσκωτό μέχρι τις Φλέβες. Τα καλοκαίρια η Μύκονος είναι το βασικό ορμητήριο τους. Οι δύο κολλητοί φίλοι έχουν επιλέξει μάλιστα να μένουν και εκεί σε διπλανά σπίτια με κοινή πισίνα στην περιοχή Κανάλια. «Πιστεύω πολύ στον Δημήτρη. Αν βάλει κάτι στο μυαλό του, χίλιοι να του πουν όχι, θα το κάνει» λέει ο Γιώργος Λιάγκας για το μεγαλύτερο ελάττωμα του φίλου του που είναι, όπως σημειώνει με νόημα, για τον ίδιο και προτέρημα, όπως κα ο τρόπος με τον οποίο συνήθως λειτουργεί: «Είναι σαν μα μη ζει στο σήμερα. Ζει στο όραμά του, στο αύριο. Αυτό το μοιραζόμαστε. Το ζητούμενο είναι να το μοιραστεί και με τους υπόλοιπους κατοίκους της Βουλιαγμένης’. Πάντως ο φίκος του δείχνει ιδιαίτερα αισιόδοξος για το μέλλον του υποψήφιου δημάρχου: «Ο Δημήτρης θα είναι ο επόμενος δήμαρχος Βουλιαγμένης. Αυτό είναι το μόνο βέβαιο». Τι λέει όμως ο Δημήτρης Τζιώτης για τον Γιώργο Λιάγκα; «Απ΄ την πρώτη στιγμή ο Γιώργος ήταν στο πλευρό μου και η συμβολή του είναι πολύ σημαντική πραγματικά. Ανταλλάσσουμε απόψεις, συζητάμε τα πάντα, προβληματιζόμαστε, οργανώνουμε το πρόγραμμά μας».