Μόνο ένας μπορεί να κερδίσει τον Τσίπρα στις εκλογές
Το “Κουρδιστό Πορτοκάλι” για μια ακόμη φορά γίνεται κομμάτι της νεότερης Ιστορίας της Ελλάδας.
Εδώ και μέρες σάς προαναγγείλαμε την υποψηφιότητα που μπορεί να αλλάξει το ρου της Ιστορίας και να βάλει οριστική ταφόπλακα στη Μεταπολίτευση.
Ο Δημήτρης Τζιώτης μπαίνει τελευταίος στην κούρσα για την ηγεσία του ΠΑΣΟΚ αλλά είναι ήδη ο νέος Ηγέτης του.
Από τον Βασίλη Μπόνιο
Φωτεινό και ανήσυχο πνεύμα. Τεχνοκράτης αλλά και λάτρης της ιστορικής αλήθειας. Πολλά προσόντα για να χωρέσει σε οποιοδήποτε ελληνικό κόμμα. Ενα μεσημέρι του 2007 κουβάλησε στην τότε Χαριλάου Τρικούπη 30.000 υπογραφές που συγκέντρωσε για να είναι υποψήφιος αρχηγός του ΠΑΣΟΚ μαζί με τους Βενιζέλο και Παπανδρέου. Φυσικά και η κομματική νομενκλατούρα της συμφοράς δεν του το επέτρεψε.
Ισως αν ο Δημήτρης Τζιώτης εκλέγονταν αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, ο Σύριζα να μην γινόταν ποτέ κυβέρνηση. Με απλά λόγια η εκλογή του θα μπορούσε να αλλάξει την σύγχρονη πολιτική μας ιστορία. Ο Δημήτρης Τζιώτης ήταν “πολύς” για το ΠΑΣΟΚ, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι θα μπορούσε να χωρέσει σε κάποιο κόμμα-εκτός και αν εκείνο έφερε την υπογραφή του. Η συνεργασία του, ως συμβούλου επικοινωνίας με τον Σύριζα, θα ήταν καταλύτης για την νίκη του κόμματος στις εκλογές του 2015. Το Πρώτη Φορά Αριστερά, ήταν δική του ιδέα.
Tώρα λοιπόν επιστρέφει σαν υποψήφιος ηγέτης της Κεντροαριστεράς έτοιμος να ανέβει στο πρώτο σκαλί του βάθρου και από εκεί στο Μέγαρο Μαξίμου.
Είναι πολιτικός επιστήμονας με ακαδημαϊκές περγαμηνές αφού αποφοίτησε από τη Σχολή Φλέτσερ (The Fletcher School of Law and Diplomacy) του Πανεπιστημίου Ταφτς, στη Βοστόνη, η οποία έχει ως «σλόγκαν» πως προετοιμάζει ηγέτες με διεθνή προοπτική. Προηγήθηκαν οι σπουδές στο Κολέγιο Αθηνών, στο Αμερικανικό Κολέγιο και στο Τμήμα Πολιτικών Επιστημών και Δημόσιας Διοίκησης του Πανεπιστημίου Αθηνών. Αμέσως μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του ο Δημήτρης Τζιώτης ανέλαβε σε ηλικία 26 ετών τη θέση του διευθυντή Στρατηγικού Σχεδιασμού και Επικοινωνίας στην Επιτροπή Διεκδίκησης των Ολυμπιακών Αγώνων «Αθήνα 2004».
Συνεργάστηκε με μεγάλες ιδιωτικές εταιρείες κυρίως ως σύμβουλος στρατηγικής, όπως τις εταιρείες Παπαστράτος, Ιντρακόμ και Infote, καθώς και με τα υπουργεία Παιδείας, Τουρισμού και Εξωτερικών, ενώ συμμετείχε στη διαμόρφωση της πολιτικής στρατηγικής του ΠΑΣΟΚ την περίοδο 2006-07. Μεταξύ των πελατών της Clever Bank περιλαμβάνονται το κράτος του Ομάν, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και οι Παραολυμπιακοί Αγώνες. Αξια αναφοράς όμως είναι και η επαγγελματική σταδιοδρομία του κ. Τζιώτη ο οποίος για μια περίοδο ασχολήθηκε με την πολιτική.
Λίγο αργότερα θα ιδρύσει την Clever Bank, την «πρώτη εταιρεία στην Ελλάδα που επικεντρώθηκε στη διαχείριση έργων στρατηγικής». Στις ιταλικές εκλογές του 2006 ήταν ένας από τους τρεις συμβούλους επικοινωνίας του Ρομάνο Πρόντι μαζί με τον Φρανκ Λουντζ και τον Μαρκ Φούλμπρουκ, ενώ έναν χρόνο αργότερα ανέλαβε την επικοινωνία της ελληνικής Superleague.Εχει διατελέσει σύμβουλος στρατηγικής στα υπουργεία Εξωτερικών, Εθνικής Αμυνας, Πολιτισμού, Εσωτερικών, Τουρισμού, Αθλητισμού, Παιδείας, Ανάπτυξης, Μακεδονίας – Θράκης, στον Δήμο Αθηναίων και στον Δήμο Αρχαίας Ολυμπίας και έχει συνεργαστεί με τη δεξαμενή σκέψης Demos στη Μεγάλη Βρετανία για την ανάπτυξη του Τρίτου Δρόμου, την ιδεολογική πλατφόρμα που εισήγαγε πρώτος ο Τόνι Μπλερ.
ΤΟ ΜΑΝΙΦΕΣΤΟ ΤΟΥ ΔΗΜΗΤΡΗ ΤΖΙΩΤΗ
Αν δεν μπορώ να χορέψω, δεν θέλω να είμαι στην επανάστασή σας.
Emma Goldman
Στο εκρηκτικό βιβλίο του Επανάσταση, ο Δημήτρης Τζιώτης θα γράψει:
Αν ο άνθρωπος ήταν Θεός, τι θα άλλαζε στον κόσμο; Αυτό είναι Αριστερά. Αριστερά σημαίνει μπροστά. Η Αριστερά είναι αισθητική. Ερωτας για τη ζωή.
Ο Κόσμος αλλάζει. Τώρα γράφεται η ιστορία και η Ελλάδα κοιμάται.Όλα αλλάζουν, πιο γρήγορα από ποτέ. Οι αλλαγές που ζούμε στις μέρες μας είναι αντίστοιχες με αυτές που συνέβαιναν κατά τη διάρκεια της γεωργικής και της βιομηχανικής επανάστασης. Η τεχνολογία έχει αυξήσει την ταχύτητα των αλλαγών. Η παγκοσμιοποίηση διευρύνει την εμβέλειά τους. Η πολιτική, σε όλο τον κόσμο, αδυνατεί να ανταποκριθεί σε αυτές τις εξελίξεις.
Ο κόσμος αναζητά την αλλαγή. Οι πολίτες ψηφίζουν για να αλλάξουν τα πράγματα. Όμως, η αλλαγή δεν γίνεται πράξη. Αυτό που επαναλαμβάνεται είναι «μία από τα ίδια». Γιατί η αλλαγή στην εποχή μας δεν έχει προσδιοριστεί. Δεν έχει αποκτήσει, ακόμα, συγκεκριμένο περιεχόμενο. Κανένας δεν εκφράζει κάτι πραγματικά διαφορετικό. Γιατί δεν υπάρχει καμία ιδεολογία που να διαφέρει από όσες μέχρι και σήμερα δοκιμάστηκαν.
Οι πολιτικοί που ανήκουν στο χθες υπόσχονται την αλλαγή, αλλά δεν μπορούν και δεν θέλουν να την φέρουν. Γιατί δεν την πιστεύουν. Δεν τους συμφέρει. Τα συντηρητικά σημερινά κόμματα και οι πολιτικοί είναι συστατικά στοιχεία του συστήματος που καταρρέει. Η εκπροσώπηση συμφερόντων είναι ο τελευταίος ρόλος που τους έχει απομείνει. Άλλωστε, αν μπορούσαν να κυβερνήσουν καλύτερα, γιατί δεν το έκαναν τόσα χρόνια;
Αυτή η γενιά που μας κυβερνά, ό,τι είχε να δώσει, το έδωσε. Κουράστηκε και μας κούρασε. Για τη δική της ευδαιμονία υποθήκευσε τη δική μας ζωή. Μας κληροδοτεί για το μέλλον προοπτικές χειρότερες από το παρελθόν. Αυτό συμβαίνει για πρώτη φορά. Παρέλαβε τις πιο ευνοϊκές συνθήκες από οποιαδήποτε άλλη, της δόθηκαν οι μεγαλύτερες δυνατότητες και κατέληξε να παραδίδει ένα υπαρξιακό αδιέξοδο. Ένα αξιακό κενό. Έχει πάψει να ελπίζει. Φοβάται την αλλαγή. Έχει αφεθεί στην κυριαρχία των συμφερόντων και φοβάται να διαπραγματευτεί. Μας φοβίζει για να συντηρηθεί.
Προκειμένου να αποφύγει την επανάσταση, οδηγεί τους νέους στη μετανάστευση. Στην εξορία των Μνημονίων. Έχει προσκολληθεί στην εξουσία, για την εξουσία. Χωρίς ενοχές. Και το χειρότερο είναι ότι δεν αλλάζει μυαλά. Προσπαθεί να επιλύσει τα προβλήματα που δημιούργησε με τις συνταγές που μάς έφτασαν έως εδώ. Για να διορθώσει τα λάθη της, κάνει ακόμα μεγαλύτερα λάθη. Υιοθετεί την απαισιοδοξία σαν ιδεολογία. Η μοναδική διέξοδος που τής έχει απομείνει είναι να αποσυρθεί.
Η επιμήκυνση του τέλους των θεσμών που δημιουργήθηκαν στη βιομηχανική εποχή, η οποία δεν υπάρχει πια, οδηγεί σε πολιτικά, οικονομικά και κοινωνικά αδιέξοδα. Η μια κρίση διαδέχεται την άλλη. Καμία κρίση δεν δικαιολογεί πια ούτε το όνομά της, καθώς αυτό που αποδεικνύεται είναι ότι η έννοια κρίση αποτελεί μια κανονικότητα. Οι κρίσεις είναι μέρος του συστήματος. Ως έννοια της ίδιας εποχής και η ανάπτυξη είναι τεχνητή. Δεν ανταποκρίνεται, παρά μόνο σε αριθμούς. Ακόμα και όταν ευημερούν οι αριθμοί, δεν ευημερούν οι άνθρωποι.
Αυτές οι έννοιες δεν κατασκευάστηκαν για τους ανθρώπους. Είναι προϊόντα μιας μηχανιστικής λογικής. Σχεδιάστηκαν από τα συστήματα για τα συστήματα. Στο μόνο που αποσκοπούν είναι η διαιώνιση της λειτουργίας αυτών των συστημάτων. Με κάθε κόστος. Όποιες και αν είναι οι παράπλευρες απώλειες. Ο κόσμος αλλάζει και οι συντηρητικές δυνάμεις αντιστέκονται παντού, όσο και όπως μπορούν.
Σε αυτό το περιβάλλον, η Ελλάδα βρέθηκε, στο επίκεντρο και αυτής της κρίσης. Αυτό, βεβαίως, είναι πρόβλημα, αλλά την ίδια στιγμή είναι και μια μεγάλη ευκαιρία. Κάθε κρίση είναι πρόβλημα, και κάθε κρίση είναι ευκαιρία. Μέχρι σήμερα, η Ελλάδα προσπαθεί να λύσει μόνο το πρόβλημα. Οι μόνοι που διασφαλίζονται με την εφαρμογή των μνημονίων είναι οι δανειστές, δηλαδή το ίδιο το σύστημα. Όμως, το μοντέλο αυτό δεν μπορεί να κρατήσει πολύ. Όσο συνεχίζεται, η επιβίωσή μας είναι εξαρτημένη. Για την Ελλάδα δεν αποφασίζουν οι Έλληνες.
Επίσης, η κρίση γίνεται αντιληπτή σαν να ήταν μόνο οικονομική. Ένας φοροεισπρακτικός μηχανισμός φροντίζει για την επιβίωση του συστήματος που μας οδήγησε σε αυτήν. Κανένας δεν μπορεί να εγγυηθεί, ούτε την έξοδο από την κρίση, ούτε την αποφυγή τού ενδεχόμενου αυτή η κρίση να οδηγήσει σε μια άλλη –μεγαλύτερη– κρίση, στον φασισμό, ή στον πόλεμο. Η μονοδιάστατη διαχείριση του προβλήματος είναι αποτέλεσμα της συντηρητικής πολιτικής.
Τα παραμύθια τελείωσαν. Οι μάσκες έπεσαν. Τόσες και τόσες γενιές μεγάλωσαν με τον φόβο της αριστεράς, για να μην χάσουν τα σπίτια τους και τελικά τα σπίτια τα παίρνουν οι τράπεζες. Η ζωή αυτού του ανθρώπου, που κάθε μέρα αυτοκτονεί είναι πιο σημαντική, από όλα τα μέτρα και τα μνημόνια. Η ζωή των ανθρώπων είναι αδιαπραγμάτευτη.
Το ζήτημα, όμως, δεν είναι μόνο να κάνουμε αυτά τα μνημόνια παρελθόν. Το θέμα είναι να μην ξαναζήσουμε καμία άλλη επιτήρηση και κανένα άλλο μνημόνιο. Ακόμα πιο σημαντικό, είναι να δούμε τι θα αντικαταστήσει τα μνημόνια. Και αν ένα πρώτο βήμα είναι η ανάπτυξη, να ξεκαθαρίσουμε τι εννοούμε με τη λέξη ανάπτυξη.
Την ανάπτυξη την φέρνουν οι άνθρωποι. Η οικονομία είναι οι άνθρωποι: Τα όνειρα κάθε ανθρώπου, όταν γίνονται πραγματικότητα. Οικονομία είναι το κάθε σπίτι, η κάθε οικογένεια, η κάθε γειτονιά. Εκεί ζει και αναπνέει η οικονομία. Οικονομία είναι οι ιδέες, η δημιουργικότητα. Τα σχέδια για το μέλλον. Η προοπτική.
Αυτό που δεν έχει, ακόμα και τώρα, διατυπωθεί είναι μια πρόταση με βάση μια διαφορετική λογική. Είναι η αντιμετώπιση της κρίσης ως ευκαιρίας. Κάτι τέτοιο, βέβαια, θα προϋπέθετε ως δεδομένο ότι η κρίση δεν είναι μόνο οικονομική. Ότι είναι αξιακή, πολιτισμική, κοινωνική, παραγωγική. Βαθιά πολιτική. Ότι είναι μια δομική κρίση του συστήματος. Μια στρατηγική κρίση. Μια κρίση ιδεολογίας.
Σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο, τα μέτρα για επίλυσή της δεν θα φρόντιζαν για την επιβίωση του συστήματος που μας οδήγησε σε αυτήν, αλλά για τη διάλυση και την υπέρβασή του. Λογικό είναι, επομένως, αυτοί που νέμονται τη σημερινή εξουσία να μην επιθυμούν μια τέτοια λύση. Όσοι βολεύονται με αυτή την κατάσταση δε θέλουν να δουν την κρίση ως προοπτική. Οι γραφειοκράτες έχουν απομυζήσει το κοινωνικό κράτος. Προτιμούν τα μνημόνια από μια άλλη στρατηγική. Κρύβουν τα πραγματικά προβλήματα και αναβάλλουν την επίλυσή τους. Θέλουν να διατηρηθούν τα πράγματα όπως έχουν. Αυτό κάνουν τα μνημόνια. Κουκουλώνουν την αλήθεια. Ο στόχος τους είναι, εάν και όταν ξεπεράσουμε την κρίση, να επαναλάβουμε «μια από τα ίδια».
Όμως, το ουσιαστικό πρόβλημα δεν είναι μόνον η κρίση. Το ζήτημα είναι εάν –σε μια τέτοια περίπτωση– έχει νόημα να επιστρέψουμε εκεί που ήμασταν. Αφού και τότε, πριν την κρίση, την αλλαγή επιζητούσαμε. Γιατί αυτό κράτος δεν χρεοκόπησε τώρα, για πρώτη φορά. Από τη σύστασή του ήταν χρεοκοπημένο. Από όσους επέβαλαν, εδώ και διακόσια χρόνια, βιομηχανικές συνταγές σε μια κοινωνία που δεν έζησε ποτέ τη βιομηχανική επανάσταση. Η λογική της μοντέρνας εποχής, ποτέ δεν ταίριαξε με τον πολιτισμό της Ελλάδας.
Το κρίσιμο ερώτημα, επομένως, είναι άλλο. Ποια Ελλάδα θέλουμε; Αυτό είναι το κεντρικό διακύβευμα. Η δημιουργία της Νέας Ελλάδας. Αυτό είναι το βασικό δίλημμα. Να επιλέξουμε ποια Ελλάδα θέλουμε. Την παλιά ή τη Νέα Ελλάδα;
Η Νέα Ελλάδα είναι ένα κίνημα ιδανικών, ένα κίνημα των αξιών που γεννήθηκαν σ’ αυτόν τον τόπο. Όταν θα λέμε δημοκρατία, να αισθανόμαστε τη δημοκρατία. Να νιώθουμε ότι ζούμε σε αυτήν την δημοκρατία. Όταν λέμε ελευθερία, να αισθανόμαστε ελεύθεροι. Όχι μόνο γιατί γεννηθήκαμε ελεύθεροι, αλλά γιατί καταφέραμε να ζήσουμε ελεύθεροι. Αυτή είναι η Νέα Ελλάδα. Η καλύτερη Ελλάδα που έχουμε μέσα μας. Ο καλύτερός μας εαυτός.
Δυστυχώς, μέχρι και σήμερα, παρά την κρίση και παρά τα μνημόνια, η παλιά Ελλάδα συνεχίζει να αναλώνεται σε μια μικροπολιτική καθημερινότητα. Η παλιά Ελλάδα είναι εκτός τόπου και χρόνου. Πουθενά.
Η Δημοκρατία εκφυλίστηκε. Το Σύνταγμα της χώρας διαμορφώθηκε από άλλες ανάγκες σε μια άλλη εποχή. Στις σημερινές συνθήκες, η Ελλάδα είναι πολύ δύσκολο να κυβερνηθεί. Το πολιτικό σύστημα είναι έρμαιο εξαρτήσεων και συμφερόντων. Η αυτονομία έχει καταλυθεί. Ποιος κυβερνάει αυτή τη χώρα; Όλοι φταίνε και κανείς δεν αναλαμβάνει την ευθύνη.
Το πρόβλημα βρίσκεται στη δομή του πολιτικού συστήματος. Οι «μεταρρυθμισούλες» δεν είναι αρκετές. Η ανάγκη μιας νέας Μεταπολίτευσης είναι από όλους πια αποδεκτή. Η νέα Μεταπολίτευση προϋποθέτει την αλλαγή του Πολιτεύματος. Τη διεύρυνση της Δημοκρατίας. Μια νέα αντίληψη για την Ελλάδα στον κόσμο.
Οι αξίες του Ελληνικού Πολιτισμού είναι κυρίαρχες σε όλο τον κόσμο και οι πολιτικοί που επιλέγουμε έχουν καταντήσει την Ελλάδα επαρχία. Αυτή η Ελλάδα δεν ανταποκρίνεται στις αξίες που γεννήθηκαν σε αυτόν τον τόπο. Υποτέλεια και εξάρτηση. Το κενό της Ελλάδας είναι κυρίως πνευματικό. Όσοι οραματίσθηκαν την απελευθέρωσή της δεν θυσιάστηκαν για τους ρυθμούς ανάπτυξης. Οι προσδοκίες της ανθρωπότητας για την Ελλάδα είναι το πνευματικό της κεφάλαιο. Αυτό θα έπρεπε να είναι το ανταγωνιστικό της πλεονέκτημα. Ο Ελληνικός Λόγος είναι εξ ορισμού οικουμενικός. Αλλιώς, δεν είναι ελληνικός.
Το σημαντικότερο ερώτημα, επομένως, που τίθεται σήμερα είναι: ποιος θα μπορούσε να είναι ο ρόλος της Ελλάδας σε αυτόν τον κόσμο που αλλάζει; Το ζητούμενο δεν είναι διαδικαστικό. Δεν είναι ούτε μόνο οικονομικό, ούτε μόνο ελληνικό. Γιατί το πρόβλημα δεν είναι μόνο η Ελλάδα. Όλη η Δύση βρίσκεται σε παρακμή. Το πρόβλημα είναι ιδεολογικό. Η αδυναμία επίλυσής του, μέσω της πολιτικής, εγκυμονεί ακόμα μεγαλύτερους κινδύνους. Το κράτος δικαίου διαλύεται. Η δημοκρατία χάνει σταδιακά την κοινωνική της νομιμοποίηση. Ο κόσμος απέχει από την πολιτική. Γιατί η πολιτική αδυνατεί να προσφέρει λύσεις. Η πολιτική κατάντησε βαρετή. Πολύ βαρετή.
Καμία από τις υπάρχουσες ιδεολογίες δε μπορεί να συγκροτήσει ένα επίκαιρο όραμα για την εποχή μας. Αυτό είναι λογικό. Γιατί όλες οι υπάρχουσες ιδεολογίες κατασκευάσθηκαν στη βιομηχανική εποχή, που δεν υπάρχει πια. Ο κόσμος απέχει από την πολιτική, γιατί όλες οι ιδεολογίες είναι ξεπερασμένες. Καμία βιομηχανική ιδεολογία δεν έχει κάτι νέο να πει. Ούτε ο καπιταλισμός ούτε ο κομμουνισμός μπορούν να προσφέρουν προοπτικές για ένα μέλλον καλύτερο από το παρελθόν. Η εφαρμογή τους είναι αναπόφευκτα αδιέξοδη γιατί καμία δεν δημιουργήθηκε για τις συνθήκες του κόσμου που ζούμε. Τα κόμματα που τις εκπροσωπούν εκφράζουν ό,τι απέμεινε από ένα παρελθόν, στο οποίο δεν θα γυρίσουμε. Κάθε περιστασιακή επικράτησή τους δε μπορεί να καταλήγει παρά σε μια άλλη κρίση.
Το υπαρξιακό αδιέξοδο των κεντρικών βιομηχανικών ιδεολογιών οδηγεί στην αναζωπύρωση των δογμάτων του συντηρητισμού, του εθνικισμού, του φονταμενταλισμού και του φασισμού. Η ουσία της ύπαρξης όλων τους ήταν πάντοτε τεχνητή. Το κεφάλαιο, το κράτος, ο στρατός, η γραφειοκρατία, η δύναμη, η εξουσία. Συμπληρωματικές –μεταξύ τους– έννοιες. Κατασκευάσθηκαν για τα εργοστάσια. Όχι για τους ανθρώπους. Σχεδιάστηκαν για τη λειτουργία ενός μηχανικού κόσμου. Η ευτυχία δεν ήταν ποτέ προτεραιότητα. Και όλα τα μεγάλα ερωτήματα παρέμειναν αναπάντητα. Οι τεχνητές κοσμοθεωρίες, αν λειτουργούσαν κάποτε, δεν λειτουργούν πια. Είναι ανεφάρμοστες. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι όλα τα κράτη είναι χρεοκοπημένα. Το πιο παράδοξο, βέβαια, είναι ότι οι θεωρίες που έδωσαν νόημα στον υλισμό διαψεύστηκαν από τους αριθμούς. Και το αόρατο χέρι του καπιταλισμού δεν εμφανίσθηκε για να σώσει κανέναν.
Αυτή η κρίση δεν είναι το Τέλος. Είναι το τέλος μιας εποχής. Δεν είναι μόνο πρόβλημα. Είναι, παράλληλα, μια νέα προοπτική. Παρά την αντίσταση των συστημάτων εξουσίας σε κάθε γωνιά της γης, όλες οι κοινωνίες βιώνουν –με διαφορετικό τρόπο– ένα αδιαμφισβήτητο γεγονός. Κάτι νέο γεννιέται στον κόσμο. Αυτό που θα ζήσουμε δεν είναι μονόδρομος. Και όμως, ο κόσμος κινείται και για αυτό αλλάζει. Αναζητά μια νέα κατεύθυνση. Μια νέα κοσμοθεωρία. Μια νέα ιδεολογία.
Σε αυτή την περίοδο, συγκρούονται δύο διαφορετικοί κόσμοι. Ο κόσμος του χρήματος και ο κόσμος του πνεύματος. Οι δυο μεγάλες αντίρροπες δυνάμεις. Καμία ουσιαστική αλλαγή δεν πρόκειται να επιτευχθεί, όσο η λογική του κεφαλαίου αποτελεί κριτήριο της προόδου. Γιατί η ανθρώπινη ευτυχία δεν αποτιμάται σε χρήματα. Γιατί ο κόσμος του χρήματος δεν ενδιαφέρεται για τη θυσία των εκατομμυρίων ανθρώπων που πεθαίνουν κάθε μέρα, ως παράπλευρες απώλειες της λειτουργίας του συστήματος. Γιατί όλα τα λεφτά του κόσμου δεν θα μπορέσουν να ξαναδημιουργήσουν τον πλανήτη που ζούμε, όταν θα έχει καταστραφεί από την απληστία των πλουσίων και την ανοχή όλων μας –στην ψεύτικη πραγματικότητα που επιβάλλουν. Αυτή είναι η αρχή. Σε αυτόν τον κόσμο που αλλάζει, διαλέγουμε με ποιους είμαστε. Με τους λίγους ή με τους πολλούς; Με αυτούς που έχουν στην κατοχή τους όλα τα λεφτά του κόσμου και δεν καταφέρνουν ποτέ να είναι ευτυχισμένοι, ή με αυτούς που δεν έχουν τίποτα και ξυπνάνε κάθε μέρα με χαμόγελο; Αυτό είναι Δεξιά. Και αυτό είναι Αριστερά.
Γι’ αυτό, προσπερνάμε από Αριστερά. Προσπερνάμε όλα αυτά που, τόσα χρόνια, κρατάνε την Ελλάδα πίσω. Γιατί αυτή είναι η μοναδική λύση που δεν έχουμε ποτέ δοκιμάσει.
Η αλλαγή που έχουμε ανάγκη, δεν μπορεί να είναι μικρή. Η Νέα Ελλάδα ξεκινά από μια νέα Μεταπολίτευση. Μεταπολίτευση σημαίνει την αλλαγή του Πολιτεύματος. Ένα άλλο κράτος. Μια απόλυτα νέα αρχή. Ένα νέο Πολίτευμα, τη μορφή του οποίου θα ψηφίσει ο Λαός. Σε κάθε διάστασή του. Σε κάθε άρθρο του Συντάγματος. Χρειαζόμαστε ένα νέο Σύνταγμα, με πραγματική λαϊκή εντολή. Το πιο Δημοκρατικό Σύνταγμα στον κόσμο. Μια άλλη Δημοκρατία.
Αυτό το κράτος χρεοκόπησε. Και είναι αναπόφευκτο ότι θα χρεοκοπήσει ξανά Με την ψήφιση και την εφαρμογή των Μνημονίων, το Σύνταγμα –στην πράξη– καταλύθηκε και τίποτα δεν λύθηκε. Όλα τα σημαντικά θέματα αναβλήθηκαν.
Η παρρησία είναι υποχρέωση. Να εκφράζεις ευθαρσώς τη θέση σου. Εγώ φταίω, για όλη την πείνα τού κόσμου, για όλη την αδικία· εγώ έχω την ευθύνη. [1] Το μόνο που φοβάμαι, δεν είναι η Δεξιά. Με τη Δεξιά διαφωνώ, δεν τη φοβάμαι. Δεν φοβάμαι ότι λέγεται, φοβάμαι ότι δεν λέγεται. Προτιμώ το αληθινό, από το ψεύτικο. Προτιμώ τη Δεξιά, από το τίποτα. Την πλήξη φοβάμαι, το κενό, τον μεσαίο χώρο, τo «λεφτά υπάρχουν», το «ναι σε όλα», τη μαλθακότητα. Δεν φοβάμαι την πρώτη φορά. Φοβάμαι μην ζήσουμε «μία από τα ίδια».
Η κατάργηση των Μνημονίων δεν είναι αρκετή για τη διάσωση της χώρας. Αριστερά είναι η αντικατάσταση όλων των θεσμών. Η αυτοθέσμιση της κοινωνίας.[2]
Η Νέα Ελλάδα ξεκινά με μια αληθινή επανάσταση. Για όλα θα ψηφίσει ο Λαός. Όπως κατάργησε τη Μοναρχία. Η Νέα Ελλάδα δεν είναι πρόγραμμα κανενός κόμματος. Αριστερά δεν είναι το μερικό. Αριστερά είναι το όλον. Ένα νέο όλον. Μια νέα Στρατηγική. Μια νέα κατεύθυνση για τη χώρα. Ο ριζοσπαστικός μετασχηματισμός της Πολιτείας. Ένα νέο πολιτικό σύστημα. Τη δημιουργία της Νέας Ελλάδας θα την αποφασίσει ο Λαός και μόνο ο Λαός. Μια Επανάσταση, όπως δεν ξανάγινε ποτέ. Η Επανάσταση της Δημοκρατίας. Η πιο Δημοκρατική Επανάσταση.
Η Νέα Ελλάδα είναι το μόνο που μπορεί να είναι: η πιο δημοκρατική χώρα στον κόσμο.
Αριστερά σημαίνει μπροστά.
[1] Νίκος Καζαντζάκης
[2] Κορνήλιος Καστοριάδης
Πηγή: Κουρδιστό Πορτοκάλι